«Θάνατος στο κρατητήριο – Στις 7.35 σταμάτησε να χτυπάει η καρδιά του»
Την περασμένη Τετάρτη η αδερφή του υπέβαλε μήνυση κατά πολλών αστυνομικών που συμμετείχαν στην επιχείρηση, καθώς, όπως δηλώνει η ίδια στην Die Welt, θέλει να μάθει γιατί πέθανε ο αδερφός της. Εν συνεχεία επισημαίνεται ότι όταν δημοσιοποιήθηκε η υπόθεση, η αστυνομία και η εισαγγελία κατηγορήθηκαν για συγκάλυψη, καθώς μόλις στις 7 Νοεμβρίου και αφότου είχαν κυκλοφορήσει αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που σύγκριναν το περιστατικό με αυτό του George Floyd στις ΗΠΑ, γνωστοποίησαν το περιστατικό σε συνέντευξη τύπου.
Εν συνεχεία το δημοσίευμα ανατρέχει στα γεγονότα της 1ης Νοεμβρίου, όταν τα δύο αδέρφια, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Μαρίας Ζαντιώτη στην Die Welt, πήγαν σε κλαμπ του Wuppertal. Η αδερφή του θανόντος περιγράφει ότι όλα κύλησαν καλά εκείνο το βράδυ έως ότου πλησίασαν την ίδια δύο άνδρες στο κλαμπ, οπότε υπήρξε αντιπαράθεση με τον Γιώργο Ζαντιώτη. Οι δυο τους έφυγαν με ταξί στις 5 το πρωί και κατά τη διαδρομή, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ επικαλούμενο τη Μαρία Ζαντιώτη, ήρθαν σε έντονη αντιπαράθεση σχετικά με το περιστατικό, κάτι που έκανε τον οδηγό ταξί να σταματήσει σε διασταύρωση και να τους διώξει από το ταξί. Όπως λέει η Μαρία Ζαντιώτη, βγαίνοντας από το όχημα, σκόνταψαν και βρέθηκαν στην άσφαλτο, βλέποντας ξαφνικά μπροστά τους αστυνομικούς. Μία από τους αστυνομικούς φώναζε στον αδερφό της, καθώς «πιθανόν να νόμιζε ότι ήταν ο φίλος μου και ότι με χτύπησε», αναφέρει η Μαρία και προσθέτει ότι αμέσως μετά πολλοί αστυνομικοί τον ακινητοποίησαν στο έδαφος. Ο Γιώργος φώναζε από τους πόνους, συνεχίζει η μαρτυρία της αδερφής του, ενώ στο δημοσίευμα σημειώνεται ότι στο βίντεο που έχει στο κινητό της φαίνεται ότι ο αδερφός της πρόβαλε αντίσταση. Ο μεν Γιώργος οδηγήθηκε τελικά στο τμήμα και η Μαρία στο νοσοκομείο για προληπτικούς λόγους.
Η εφημερίδας επισημαίνει ότι η άλλη εκδοχή της υπόθεσης είναι αυτή της εισαγγελίας του Wuppertal: δύο μέρες μετά τη δημοσιοποίηση της υπόθεσης στη συνέντευξη τύπου, ο Wolf-Tilman Baumert δέχεται συνεχώς τηλεφωνήματα, μεταξύ άλλων συνομίλησε και με τον Έλληνα Γενικό Πρόξενο, όπως σημειώνεται. Ο εισαγγελέας του Wuppertal εξηγεί ότι ήταν δική του η απόφαση να μην γίνει αμέσως γνωστή η υπόθεση, καθώς επρόκειτο για ένα τραγικό περιστατικό «χωρίς ευθύνη τρίτου». Ο ίδιος δηλώνει ότι, λαμβάνοντας υπόψη την οικογένεια του θανόντος, θεώρησε ότι δεν πρέπει να δημοσιοποιηθεί η υπόθεση.
Η εφημερίδας σχολιάζει ότι η δική του εκδοχή διαφέρει σε βασικά σημεία από αυτήν της Μαρίας Ζαντιώτη: σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο οδηγός ταξί ειδοποίησε τους αστυνομικούς, γιατί λίγο πριν τους διώξει από το ταξί, τα δύο αδέρφια χειροδικούσαν, κάτι που αρνείται η Μαρία, η οποία επιμένει ότι απλώς σκόνταψαν βγαίνοντας από το ταξί και ότι ο αδερφός της δεν άσκησε βία. Από την πλευρά του, ο Wolf-Tilman Baumer δηλώνει, σύμφωνα με την ε/φ, ότι ο Γιώργος Ζαντιώτης ήταν τόσο επιθετικός που κατάφερε με τη δύναμή του να λυγίσει μέχρι και τις χειροπέδες και μόνο από κοινού οι αστυνομικοί μπόρεσαν να τον ακινητοποιήσουν, να του περάσουν χειροπέδες και να τον οδηγήσουν στο τμήμα. Η ε/φ, που απηύθυνε σχετικό ερώτημα σε ειδικούς, αναφέρει ότι, κατά την εκτίμησή τους, μόνο με ειδικά εργαλεία και όχι με απλή σωματική δύναμη μπορεί κάποιος να λυγίσει τις χειροπέδες. Πάντως, συνεχίζει το ρεπορτάζ, ο εισαγγελέας του Wuppertal δηλώνει ότι ο κρατούμενος συνέχισε να είναι επιθετικός κατά τη διάρκεια της νύχτας και προκαλούσε βανδαλισμούς «σαν τρελός», όπως χαρακτηριστικά λέει, ενώ και όταν εμφανίστηκε ο γιατρός για την αιμοληψία, ο Γ. Ζαντιώτης και πάλι επιτέθηκε στους παριστάμενους. Η αιμοληψία μπόρεσε να γίνει μόνο όταν πολλοί αστυνομικοί τον ακινητοποίησαν και αμέσως μετά, και ενώ ο γιατρός ήταν ακόμη παρών, ο 25χρονος κατέρρευσε, όπως λέει ο εισαγγελέας, με τον γιατρό να προσπαθεί να τον επαναφέρει, ωστόσο δεν κατέστη δυνατό. Σύμφωνα με την αστυνομία, ο Γιώργος Ζαντιώτης πέθανε στις 7.35. Η νεκροψία της 3ης Νοεμβρίου απέκλεισε κατηγορηματικά, όπως αναφέρει στην ε/φ ο εισαγγελέας, ότι ο θάνατος προήλθε από την άσκηση βίας και ότι εκτίμηση της ιατροδικαστικής εξέτασης είναι ότι πέθανε από ανακοπή καρδιάς, κάτι που, όπως λέει ο κ. Baumert, δεν μπορεί να αποδειχθεί κατά 100%. Είναι γνωστό, συνεχίζει, ότι ο θανών έπασχε από υπερμεγέθη καρδιά και ότι στο παρελθόν είχε λάβει αγωγή για την πάθηση αυτή.
Ωστόσο, η Μαρία Ζαντιώτη δηλώνει άγνοια για το πρόβλημα καρδιάς του αδερφού της, επισημαίνει πάντως στην ε/φ ότι τον Σεπτέμβριο ο αδερφός της είχε χειρουργηθεί στο στομάχι. H γνωμάτευση αναφέρεται σε «χρόνια παλινδρόμηση και οισοφαγίτιδα», σημειώνεται στο ρεπορτάζ, στο οποίο σχολιάζεται ότι είναι αδιευκρίνιστο αν η επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε ο 25χρονος σχετίζεται με τον θάνατό του. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι είναι σαφές στο βίντεο που τράβηξε η Μαρία Ζαντιώτη, ότι εκλιπαρεί κλαίγοντας τους αστυνομικούς να τον αφήσουν λέγοντάς τους ότι είναι εγχειρισμένος.
Υπάρχει ένα ακόμα σημείο στο οποίο δεν συμφωνούν τα όσα λέει η αδερφή του θανόντος με αυτά που δηλώνει ο εισαγγελέας, συνεχίζει το ρεπορτάζ: σύμφωνα με τον κ. Baumert, η Μαρία Ζαντιώτη δήλωσε ότι ο αδερφός της το βράδυ στο κλαμπ πήρε χάπια LSD, κάτι που εξηγεί την συμπεριφορά του 25χρονου, καθώς παραπέμπει σε κατανάλωση ναρκωτικών, όπως επισημαίνει ο ίδιος. Η αδερφή του θανόντος διαψεύδει τα λεγόμενα του εισαγγελέα και παραδέχεται ότι η ίδια πήρε ένα χάπι -όχι LSD- ο αδερφός της όμως δεν πήρε καθόλου ναρκωτικά, δεδομένου ότι είχε εγχειριστεί πρόσφατα. Αυτό που δήλωσε στην αστυνομία, συνεχίζει η Μαρία Ζαντιώτη, είναι ότι φοβήθηκε μήπως ο αδερφός της είχε καταναλώσει ναρκωτικά και ότι η Ελληνίδα μεταφράστρια δεν μετέφερε σωστά τη δήλωσή της. Αυτό θα το διαλευκάνει η τοξικολογική εξέταση, όμως μπορεί να χρειαστούν μήνες για το αποτέλεσμα, σημειώνει ο εισαγγελέας από την πλευρά του, προσθέτοντας ότι στο μεταξύ η αστυνομία αναζητά αυτόν που πιθανόν προμήθευσε τα ναρκωτικά. Σε κάθε περίπτωση, λέει ο κ. Baumert, στο αίμα του Γ. Ζαντιώτη δεν υπήρχε αλκοόλ. Ωστόσο η αδερφή του αναφέρει στην ε/φ ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στην αστυνομία και θέλει να ξέρει ακριβώς υπό ποιες συνθήκες πέθανε ο αδερφός της, για αυτό και υπέβαλε μήνυση, ενώ αναζητά, όπως λέει, και έναν καλό δικηγόρο. Τέλος, επισημαίνει ότι δεν θα ξεχάσει ποτέ τη στιγμή που οι αστυνομικοί της ανακοίνωσαν ότι ο Γιώργος πέθανε κατά την αιμοληψία από ανακοπή και συμπληρώνει ότι της έφεραν μόνο κάποια από τα ρούχα του, καθώς το πουκάμισο και το παντελόνι του τα είχαν πετάξει μετά την νεκροψία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.