Τρίτη 7 Απριλίου 2015

Το ελληνικό αίτημα για τις πολεμικές επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο:



Η στάση πολιτικών, μέσων ενημέρωσης και κοινής γνώμης σύμφωνα με τον διεθνή τύπο

Στο δεκαπενθήμερο που μεσολάβησε μεταξύ της ομιλίας του Π/Θ κ. Τσίπρα στη Βουλή των Ελλήνων - κατά την οποία έθεσε το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων και της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου - και της συνάντησής του με τη Γερμανίδα Καγκελάριο κα Merkel στο Βερολίνο, υπήρξε πληθώρα δημοσιευμάτων στα διεθνή έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης σχετικά με το εν λόγω θέμα.

Ως αρχική αποτίμηση, επισημαίνεται ότι τις πρώτες ημέρες (11/3/15 και εξής) τα σχετικά δημοσιεύματα, εκτός από τις δηλώσεις των αξιωματούχων της γερμανικής κυβέρνησης οι οποίοι ήταν εξαρχής αρνητικοί, χαρακτηρίζονται επίσης από αρνητικά έως επιθετικά – κυρίως εκείνα των γερμανικών ΜΜΕ. Το κλίμα άρχισε να βελτιώνεται, τόσο ως προς τις απόψεις των πολιτικών όσο και ως προς την προσέγγιση των ίδιων των άρθρων έναντι των ελληνικών θέσεων, με πρωτοβουλία εκπροσώπων κομμάτων της γερμανικής αντιπολίτευσης. Ετέθη δε σε μια διαφορετική βάση, όταν ο Έλληνας ΥΠΕΞ κ. Κοτζιάς πρότεινε τη σύσταση διμερούς επιτροπής για το εν θέματι ζήτημα και παρά την απόρριψή της από τη γερμανική πλευρά. Έτσι, κατά τη συνάντηση του Έλληνα Π/Θ με τη Γερμανίδα Καγκελάριο στις 23/3/15 είχε πλέον διαμορφωθεί ένα πλαίσιο για το ελληνικό αίτημα διαφορετικό από το αρχικό. Εκτιμάται, λοιπόν, ότι το εν θέματι ζήτημα ορθώς ετέθη και παραμένει ψηλά τόσο στη διμερή όσο και στη δημόσια ατζέντα καθώς κατέστη, εντέλει, σημείο προσέγγισης και όχι αιτία απόκλισης στο διάλογο των δύο κρατών ενώ απέβη αποδοτικό και στον επικοινωνιακό τομέα.

Σημειώνονται, επίσης, κατ’ εξοχήν, δύο πολύ σημαντικές παράμετροι, οι οποίες καταγράφονταν στα σχετικά δημοσιεύματα, και οι οποίες αφορούν στο ότι ο Π/Θ κ. Τσίπρας είχε εξαρχής επιμείνει τόσο στην ηθική βάση του ελληνικού αιτήματος όσο και  στην αποσύνδεσή του από τη διαπραγμάτευση για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, τονίζοντας ότι η Ελλάδα θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Η σύνοψη που ακολουθεί βασίζεται στην εμπεριστατωμένη καταγραφή και ανάλυση αυτών των δημοσιευμάτων από τα στελέχη του Τμήματος Πληροφόρησης και των ΓΤΕ εξωτερικού (μεταφραστών και ακολούθων τύπου) (βλ. σχετ. συνημμένο Παράρτημα στο οποίο αποτυπώνεται, με χρονολογική σειρά, η ως άνω περιγραφείσα τάση).

Επίσημες αντιδράσεις στη Γερμανία και στην Ελλάδα

Εξαρχής απόρριψη του ελληνικού αιτήματος ως προς το νομικό και πολιτικό σκέλος του αλλά και επίγνωση της «ηθικής ευθύνης» της Γερμανίας για τη ναζιστική εποχή καταγράφηκε σε όλες τις δηλώσεις των εκπροσώπων της γερμανικής κυβέρνησης, στάση η οποία παρέμεινε σταθερή σε όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Σε κάθε περίπτωση, επισημαινόταν ότι δεν επηρέαζε η αντιπαράθεση αυτή τις διαπραγματεύσεις για το χρέος αλλά και ότι η Γερμανία δεν επιθυμεί να δει να εγείρονται αξιώσεις και από άλλες χώρες. Ωστόσο, από τις πρώτες κιόλας ημέρες, υπήρξε διαφοροποίηση των στελεχών της αντιπολίτευσης ενώ, με την πάροδο του χρόνου ακόμη και στελέχη των συγκυβερνώντων κομμάτων υιοθετούσαν πιο μετριοπαθή στάση και πρότειναν εναλλακτικές λύσεις προς ικανοποίηση και των δύο πλευρών, τόσο ηθικά όσο και υλικά (βλ. κατωτέρω). Ιδιαίτερη θέση, πέραν των δηλώσεων του Έλληνα Π/Θ, επιφυλάχθηκε στις σχετικές δηλώσεις του Έλληνα ΠτΔ, στη στάση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Άμυνας και Οικονομικών της Ελλάδας αλλά και στην καθολική στήριξη όλων των ελληνικών κομμάτων, ενώ χρήζει ειδικής αναφοράς ότι δεν υπήρξαν απευθείας δηλώσεις της ίδιας της Γερμανίδας Καγκελαρίου επί του θέματος – παρά μόνο μετά τη συνάντησή της με τον Έλληνα Π/Θ – και ήταν περιορισμένες οι αντίστοιχες Ευρωπαίων αξιωματούχων.

Απόψεις ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων και η στάση της κοινής γνώμης

Τα δημοσιεύματα των πρώτων ημερών προειδοποιούσαν ότι η ομιλία του Έλληνα Π/Θ μπορεί να επέτεινε και να επιδείνωνε την ένταση στις ελληνο-γερμανικές σχέσεις και σε καμία περίπτωση δεν θα συνέβαλε στη βελτίωσή τους. Μάλιστα,  πολλά από αυτά, επεσήμαιναν ότι το αίτημα της Ελλάδας προέκυπτε σε μια περίοδο ενισχυμένων αντι-γερμανικών αισθημάτων και διαπίστωναν ότι η Ελλάδα είναι σε πορεία σύγκρουσης με τους εταίρους της. Προϊόντος του χρόνου πλήθαιναν τα δημοσιεύματα που προέβαλαν την αδιαμφισβήτητη ηθική ευθύνη της Γερμανίας και την ανάγκη να βρεθεί ένας κοινός τόπος στο ζήτημα αυτό. Διαπιστώνεται ότι προς το τέλος της εξεταζόμενης χρονικής περιόδου τα δημοσιεύματα και οι αντίστοιχες απόψεις ήταν ελαφρώς υπέρ της εξεύρεσης ικανοποιητικής λύσης στο πλαίσιο διμερών επιτροπών και οργάνωσης κοινού σχετικού ταμείου (βλ. κατωτέρω). Ένα άλλο στοιχείο που προκύπτει είναι η καταγραφή της ευρύτατης στήριξης του αιτήματος από την ελληνική κοινή γνώμη, στήριξη η οποία συνδέθηκε με τα έντονα αντι-γερμανικά αισθήματα που καταγράφονται στην Ελλάδα σε όλη τη διάρκεια της κρίσης και η οποία αποτέλεσε την ισχυρή βάση του ελληνικού αιτήματος, όπως εκτιμούσαν σχετικά δημοσιεύματα. Στον αντίποδα βρίσκεται, ωστόσο, η γερμανική κοινή γνώμη, η οποία εξαρχής αντιλαμβανόταν το όλο θέμα ως απλό εκβιασμό και τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών – παρά τον έντονο δημόσιο διάλογο και τις όποιες θετικές τάσεις – κατέδειξαν ότι το 78% των Γερμανών παρέμεινε, εντέλει, εναντίον των επανορθώσεων (εντυπωσιακά είναι, όχι τα αναμενόμενα υψηλά ποσοστά στους ψηφοφόρους των συγκυβερνώντων κομμάτων αλλά το 64% των ψηφοφόρων του die Linke).

Η σύνδεση του αιτήματος με την ελληνική οικονομία και η νομική πλευρά του

Τα περισσότερα δημοσιεύματα συνέδεαν το ελληνικό αίτημα με τη χρηματοδότηση και τα γενικότερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, παρουσιάζοντάς το ως μοχλό πίεσης από την ελληνική πλευρά πρωτίστως προς τη Γερμανία και κατ’ επέκταση προς την ΕΕ, ακόμη και για ελάφρυνση του χρέους. Επιπλέον, κάποια δημοσιεύματα έκαναν λόγο για αντιπερισπασμό της κυβέρνησης προς το εσωτερικό της χώρας προκειμένου να μετριάσει επικρίσεις σε ενδεχόμενη λήψη μέτρων.

Ποικίλα δημοσιεύματα κατέγραφαν το χρονικό των πολιτικών και νομικών κινήσεων που είχαν γίνει κατά το παρελθόν τόσο σε διμερές όσο και σε διεθνές επίπεδο, παραθέτοντας ημερομηνίες-ορόσημα (1945, 1953, 1960, 1990, 2000 και 2012-13), καθώς και την πορεία του θέματος των πολεμικών επανορθώσεων. Παρατίθενται επίσης τα διάφορα ποσά που αφορούν τόσο στο κατοχικό δάνειο όσο και στις αποζημιώσεις. Αρκετά δημοσιεύματα ανέφεραν ότι νομικά και πολιτικά το ζήτημα είχε διευθετηθεί, άλλα υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει νομική βάση για κατασχέσεις – κάποια αμφισβήτησαν ακόμη και την ύπαρξη του ίδιου του κατοχικού δανείου – χωρίς να λείπουν και απόψεις περί του αντιθέτου. Στο επίκεντρο των σχετικών τοποθετήσεων βρέθηκαν η Συνθήκη 2+4, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου το 2012, οι αντίστοιχες δικαστικές και άλλες προσπάθειες στην Ιταλία και η κατ’ επανάληψη σύσταση σχετικών επιτροπών διεκδικήσεως στην Ελλάδα.

Η ιστορική/ηθική πλευρά του αιτήματος, η ειρήνη και οι προτεινόμενες λύσεις

Ήδη από τις πρώτες ημέρες των προς εξέταση δημοσιευμάτων, ακόμη και σε εκείνα που τάσσονταν αναφανδόν ενάντια σε οποιαδήποτε ελληνική διεκδίκηση, αναγνωριζόταν η ιστορική και ηθική ευθύνη της Γερμανίας για την κληρονομιά των Ναζί ενώ τονιζόταν, ταυτόχρονα, και το γεγονός ότι το ελληνικό αίτημα κτυπά στο ευαίσθητο σημείο της Γερμανίας η οποία απεχθάνεται το ναζιστικό παρελθόν της. Στο πλαίσιο της εξέτασης συμβιβαστικών λύσεων, τα δημοσιεύματα κατέγραψαν διάφορες απόψεις/προτάσεις, τόσο από πολιτικούς όσο και από ακαδημαϊκούς και νομικούς, οι οποίες συνοψίζονται: στη σύσταση σχετικής επιτροπής εξέτασης του αιτήματος, στη δημιουργία σχετικού ιδρύματος αλλά και στην ενίσχυση του ελληνο-γερμανικού Ταμείου για το Μέλλον, η χρηματοδότηση και οι δράσεις του οποίου προτείνεται να επικεντρωθούν στις κατ’ εξοχήν πληγείσες από τις ναζιστικές θηριωδίες περιοχές και τους κατοίκους τους, καθώς και σε προγράμματα για τους νέους. Επίσης, καταγράφηκε η πρόταση ενός ενδεχόμενου ισόποσου κουρέματος του ελληνικού χρέους προς τη Γερμανία αλλά και, γενικότερα, η ανάγκη προσέγγισης των θυμάτων και των συγγενών τους ακόμη και οικονομικά. Σε κάθε περίπτωση, καταγράφηκε ότι η ικανοποίηση, με κάποιο τρόπο, του ελληνικού αιτήματος, θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για τη Γερμανία να βάλει μια τάξη στο ιστορικό της παρελθόν αλλά και να συμφιλιωθεί περισσότερο με την Ελλάδα και να επιβεβαιώσει το πλαίσιο αλληλεγγύης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της εμπέδωσης της ειρήνης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Πηγή: Υπηρεσιακό σημείωμα της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας,

Διεύθυνση Σχεδιασμού & Πληροφόρησης, Τμήμα Πληροφόρησης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.