Του Κώστα Τάτση
Τουλάχιστον «περίεργη» μοιάζει η αλά καρτ αντιμετώπιση των φαινομένων της βίας και η κατά περίπτωση καταδίκη της.
Πως μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι κατά της βίας και φασιστικών πρακτικών όταν εξετάζει την βία με κριτήριο τον δράστη;
Μπορεί να είναι κάποιος, πραγματικά, ενάντια στη βία επειδή καταδικάζει την επίθεση του Κασιδιάρη στην Κανέλη, αλλά τον αφήνει αδιάφορο η επίθεση των «αγανακτισμένων» φοιτητών στον Πάγκαλο ;
Μπορεί να είναι ενάντια στη βία όποιος καταδικάζει την επίθεση της αστυνομίας σε διαδηλωτές που θέλουν να «μπουκάρουν» στη Βουλή, αλλά όχι το κάψιμο της Marfin;
Πως μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι πράγματι ενάντια στη βία όταν καταδικάζει μεν την επίθεση στον Κουμουτσάκο, αλλά όχι την επίθεση των οπαδών της αθλητικής ομάδας που υποστηρίζει στο γήπεδο;
Είναι πράγματι κάποιος ενάντια στην αστυνομική βία όταν καταδικάζει την αδικαιολόγητη ή υπερβολική επίθεση της αστυνομίας στους διαδηλωτές αλλά δεν τον απασχολεί η επίθεση της αστυνομίας σε φιλάθλους απλά και μόνο επειδή είναι …Γερμανοί (Αλβανοί ή όποια μη φίλη εθνότητα);
Συνήθως, η κατά περίπτωση καταδίκη της βίας αναζητεί δικαιολογίες που συνοδεύουν την πρόταση απαλύνοντας τον αντίκτυπό της. Ξεκινούν την πρόταση με την οποία καταδικάζουν και στη συνέχεια, προσθέτοντας την λέξη «αλλά» στην ουσία αιτιολογούν και νομιμοποιούν την βία.
Άλλοτε, δικαιολογούν τη βία επειδή δεν είναι σωστό το κράτος στις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες, άλλοτε επειδή η δανειακή σύμβαση «οδηγεί» από μόνη της στη βία.
Δεν είναι μακριά ο χρόνος που βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου απέδωσε την ευθύνη της πτώσης του αεροπλάνου της Germanwings από τον ψυχασθενή (όπως αποδείχτηκε) πιλότο στο …μνημόνιο.
Δυστυχώς, τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης έχουν συμβάλει καθοριστικά στην στοχοποίηση ανθρώπων και μάλιστα, τις περισσότερες φορές με αναπαραγωγή «ειδήσεων» που δεν έχουν ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα
Βέβαια, όλα αυτά δε ξεκινούν από το πουθενά. Η επικρότηση της βίας ως μέσο «αντίστασης» ήταν ένα φαινόμενο που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια. Άσχετα εάν τη βία την προκαλούσαν οι γνωστοί-άγνωστοι στο όνομα της «αναρχίας» και της «απελευθέρωσης».
Σήμερα, αυτές τις λογικές δεν μπορούν να ανατραπούν από όσους τις προωθούσαν επειδή τους βόλευαν προεκλογικά. Γιατί η εξάπλωση και επικράτηση φασιστικών φαινομένων στη χώρα μας δεν ήταν θέμα δανειακών συμβάσεων, αλλά με αφορμή αυτό βρέθηκε πάτημα από μέρος της κοινωνίας και του πολιτικού προσωπικού της χώρας ώστε να εκδηλωθούν.
Τουλάχιστον «περίεργη» μοιάζει η αλά καρτ αντιμετώπιση των φαινομένων της βίας και η κατά περίπτωση καταδίκη της.
Πως μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι κατά της βίας και φασιστικών πρακτικών όταν εξετάζει την βία με κριτήριο τον δράστη;
Μπορεί να είναι κάποιος, πραγματικά, ενάντια στη βία επειδή καταδικάζει την επίθεση του Κασιδιάρη στην Κανέλη, αλλά τον αφήνει αδιάφορο η επίθεση των «αγανακτισμένων» φοιτητών στον Πάγκαλο ;
Μπορεί να είναι ενάντια στη βία όποιος καταδικάζει την επίθεση της αστυνομίας σε διαδηλωτές που θέλουν να «μπουκάρουν» στη Βουλή, αλλά όχι το κάψιμο της Marfin;
Πως μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι πράγματι ενάντια στη βία όταν καταδικάζει μεν την επίθεση στον Κουμουτσάκο, αλλά όχι την επίθεση των οπαδών της αθλητικής ομάδας που υποστηρίζει στο γήπεδο;
Είναι πράγματι κάποιος ενάντια στην αστυνομική βία όταν καταδικάζει την αδικαιολόγητη ή υπερβολική επίθεση της αστυνομίας στους διαδηλωτές αλλά δεν τον απασχολεί η επίθεση της αστυνομίας σε φιλάθλους απλά και μόνο επειδή είναι …Γερμανοί (Αλβανοί ή όποια μη φίλη εθνότητα);
Συνήθως, η κατά περίπτωση καταδίκη της βίας αναζητεί δικαιολογίες που συνοδεύουν την πρόταση απαλύνοντας τον αντίκτυπό της. Ξεκινούν την πρόταση με την οποία καταδικάζουν και στη συνέχεια, προσθέτοντας την λέξη «αλλά» στην ουσία αιτιολογούν και νομιμοποιούν την βία.
Άλλοτε, δικαιολογούν τη βία επειδή δεν είναι σωστό το κράτος στις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες, άλλοτε επειδή η δανειακή σύμβαση «οδηγεί» από μόνη της στη βία.
Δεν είναι μακριά ο χρόνος που βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου απέδωσε την ευθύνη της πτώσης του αεροπλάνου της Germanwings από τον ψυχασθενή (όπως αποδείχτηκε) πιλότο στο …μνημόνιο.
Δυστυχώς, τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης έχουν συμβάλει καθοριστικά στην στοχοποίηση ανθρώπων και μάλιστα, τις περισσότερες φορές με αναπαραγωγή «ειδήσεων» που δεν έχουν ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα
Βέβαια, όλα αυτά δε ξεκινούν από το πουθενά. Η επικρότηση της βίας ως μέσο «αντίστασης» ήταν ένα φαινόμενο που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια. Άσχετα εάν τη βία την προκαλούσαν οι γνωστοί-άγνωστοι στο όνομα της «αναρχίας» και της «απελευθέρωσης».
Σήμερα, αυτές τις λογικές δεν μπορούν να ανατραπούν από όσους τις προωθούσαν επειδή τους βόλευαν προεκλογικά. Γιατί η εξάπλωση και επικράτηση φασιστικών φαινομένων στη χώρα μας δεν ήταν θέμα δανειακών συμβάσεων, αλλά με αφορμή αυτό βρέθηκε πάτημα από μέρος της κοινωνίας και του πολιτικού προσωπικού της χώρας ώστε να εκδηλωθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.