Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών εξέδωσε αναλυτική εγκύκλιο με την παρακράτηση ποσών που γίνονται από τη φορολογική διοίκηση στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος ζητά την έκδοση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας.
Ακόμη και το σύνολο από το τίμημα μιας
πώλησης ακινήτου ή του ποσού που δικαιούται να εισπράξει ένας φορολογούμενος από το δημόσιο μπορεί να παρακρατηθεί εφόσον ο φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή προς την εφορία. Μάλιστα, η παρακράτηση του ποσού γίνεται ακόμη και στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος έχει ρυθμίσει τη ληξιπρόθεσμη οφειλή και είναι συνεπής στην πληρωμή των σχετικών μηνιαίων δόσεων.- Εφόσον ο φορολογούμενος ζητεί το αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για να εισπράξει χρήματα από φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, το συνολικό ποσοστό που παρακρατείται είναι υποχρεωτικά 100% του ποσού που δικαιούται μέχρι βέβαια του ύψους της οφειλής του προς την εφορία (ληξιπρόθεσμης ή όχι ή ακόμη και αν βρίσκεται σε καθεστώς αναστολής είσπραξης).
- Για να καθοριστεί το ελάχιστο ποσοστό παρακράτησης, υπολογίζεται το ελάχιστο ποσοστό επί της εισπραττόμενης απαίτησης (10%, 30%, 70%, κατά περίπτωση) και ταυτόχρονα υπολογίζεται το ελάχιστο ποσό που αντιστοιχεί σε δόσεις ρύθμισης (3 ή 5 δόσεις ρύθμισης από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης). Στη συνέχεια γίνεται σύγκριση των δύο ποσών. Μετά τη σύγκριση επιλέγεται το μεγαλύτερο από τα δύο ποσά.
- Το κατώτατο ποσοστό παρακράτησης (30%, 70%) που τίθεται υποχρεωτικά επί του αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων μπορεί να μειωθεί στο 10% του εισπραττόμενου ποσού, εφόσον:
α) ο αιτών το αποδεικτικό ενημερότητας έχει περιοδικές αποδεδειγμένες απαιτήσεις ή τουλάχιστον μία ακόμα απαίτηση κατά φορέων όπου είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας (όπως ΕΟΠΠΥ, νοσοκομεία κ.λπ.), είναι ενήμερος σε ρύθμιση, και ο αρμόδιος προϊστάμενος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής αξιολογήσει τα ποσά είσπραξης της απαίτησης/απαιτήσεων αυτών ως αξιόλογα σε σχέση με την οφειλή.
β) ο αιτών έχει υπόλοιπο συνολικής βασικής βεβαιωμένης ρυθμισμένης οφειλής μικρότερο των 5.000 ευρώ. Για τον προσδιορισμό του ορίου αυτού συνυπολογίζονται τυχόν ρυθμισμένες οφειλές συνυπευθυνότητας και συνυποχρέωσης, για τις οποίες ο αιτών το αποδεικτικό έχει ευθύνη για την καταβολή τους. Οι παραπάνω προϋποθέσεις μπορούν να συντρέχουν είτε σωρευτικά είτε διαζευκτικά.
Παραδείγματα υπολογισμού του ποσοστού παρακράτησης:
1. Παράδειγμα ποσοστού παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής και είναι ενήμεροι σε αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Σε αυτήν την περίπτωση ο αιτών το αποδεικτικό έχει απαίτηση είσπραξης ύψους 7.000 ευρώ από φορείς Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης και βεβαιωμένες εναπομείνασες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 3.000 ευρώ με εναπομένουσες 10 δόσεις ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.
Σε υποχρεωτικούς συμψηφισμούς με εκκρεμείς οφειλές προχωρεί η εφορία προκειμένου να δώσει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας στους αιτούντες
Ο αιτών έχει περιοδικές απαιτήσεις από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης. Το κατώτατο όριο παρακράτησης είναι 10% επί του εισπραττόμενου ποσού, το οποίο πρέπει να καλύψει τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, δηλαδή στην ανωτέρω περίπτωση το κατώτατο ποσό παρακράτησης αναπροσαρμόζεται από 700 ευρώ σε 900 ευρώ.
Τον επόμενο μήνα που θα αιτηθεί ο οφειλέτης αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από φορέα του ευρύτερου Δημοσίου, το κατώτατο δυνητικά όριο παρακράτησης είναι το 10%, με την προϋπόθεση ότι καλύπτεται τουλάχιστον μία επιπλέον δόση ρύθμισης εφόσον οι υπόλοιπες δύο από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έχουν ήδη αποδοθεί/πιστωθεί από την προηγούμενη παρακράτηση και επιπλέον στοιχειοθετείται η ύπαρξη μίας ακόμη απαίτησης (αξιόλογης σε σχέση με την οφειλή) για την οποία απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.
2. Παράδειγμα ποσοστού παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για μεταβίβαση ακίνητου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ' αυτού, που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής, είναι ενήμεροι σε αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Ο αιτών έχει βεβαιωμένες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές, ύψους 13.000 ευρώ. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου είναι 12.000 ευρώ και το πραγματικό τίμημα ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ. Το 70% του τιμήματος είναι 7.000 ευρώ και το 70% της αντικειμενικής αξίας είναι 8.400 ευρώ.
Συνεπώς, εν προκειμένω, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 70% έως 100%) επί του τιμήματος, όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 8.400 ευρώ έως 10.000 ευρώ. Στην περίπτωση που είναι διασφαλισμένη η είσπραξη της οφειλής, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 50% έως 100%) επί του τιμήματος όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 6.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ.
Πηγή: ΓΓΔΕ, Zougla.gr, Capital.gr
Ακόμη και το σύνολο από το τίμημα μιας
πώλησης ακινήτου ή του ποσού που δικαιούται να εισπράξει ένας φορολογούμενος από το δημόσιο μπορεί να παρακρατηθεί εφόσον ο φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή προς την εφορία. Μάλιστα, η παρακράτηση του ποσού γίνεται ακόμη και στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος έχει ρυθμίσει τη ληξιπρόθεσμη οφειλή και είναι συνεπής στην πληρωμή των σχετικών μηνιαίων δόσεων.- Εφόσον ο φορολογούμενος ζητεί το αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για να εισπράξει χρήματα από φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, το συνολικό ποσοστό που παρακρατείται είναι υποχρεωτικά 100% του ποσού που δικαιούται μέχρι βέβαια του ύψους της οφειλής του προς την εφορία (ληξιπρόθεσμης ή όχι ή ακόμη και αν βρίσκεται σε καθεστώς αναστολής είσπραξης).
- Για να καθοριστεί το ελάχιστο ποσοστό παρακράτησης, υπολογίζεται το ελάχιστο ποσοστό επί της εισπραττόμενης απαίτησης (10%, 30%, 70%, κατά περίπτωση) και ταυτόχρονα υπολογίζεται το ελάχιστο ποσό που αντιστοιχεί σε δόσεις ρύθμισης (3 ή 5 δόσεις ρύθμισης από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης). Στη συνέχεια γίνεται σύγκριση των δύο ποσών. Μετά τη σύγκριση επιλέγεται το μεγαλύτερο από τα δύο ποσά.
- Το κατώτατο ποσοστό παρακράτησης (30%, 70%) που τίθεται υποχρεωτικά επί του αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων μπορεί να μειωθεί στο 10% του εισπραττόμενου ποσού, εφόσον:
α) ο αιτών το αποδεικτικό ενημερότητας έχει περιοδικές αποδεδειγμένες απαιτήσεις ή τουλάχιστον μία ακόμα απαίτηση κατά φορέων όπου είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας (όπως ΕΟΠΠΥ, νοσοκομεία κ.λπ.), είναι ενήμερος σε ρύθμιση, και ο αρμόδιος προϊστάμενος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής αξιολογήσει τα ποσά είσπραξης της απαίτησης/απαιτήσεων αυτών ως αξιόλογα σε σχέση με την οφειλή.
β) ο αιτών έχει υπόλοιπο συνολικής βασικής βεβαιωμένης ρυθμισμένης οφειλής μικρότερο των 5.000 ευρώ. Για τον προσδιορισμό του ορίου αυτού συνυπολογίζονται τυχόν ρυθμισμένες οφειλές συνυπευθυνότητας και συνυποχρέωσης, για τις οποίες ο αιτών το αποδεικτικό έχει ευθύνη για την καταβολή τους. Οι παραπάνω προϋποθέσεις μπορούν να συντρέχουν είτε σωρευτικά είτε διαζευκτικά.
Παραδείγματα υπολογισμού του ποσοστού παρακράτησης:
1. Παράδειγμα ποσοστού παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής και είναι ενήμεροι σε αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Σε αυτήν την περίπτωση ο αιτών το αποδεικτικό έχει απαίτηση είσπραξης ύψους 7.000 ευρώ από φορείς Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης και βεβαιωμένες εναπομείνασες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 3.000 ευρώ με εναπομένουσες 10 δόσεις ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.
Σε υποχρεωτικούς συμψηφισμούς με εκκρεμείς οφειλές προχωρεί η εφορία προκειμένου να δώσει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας στους αιτούντες
Ο αιτών έχει περιοδικές απαιτήσεις από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης. Το κατώτατο όριο παρακράτησης είναι 10% επί του εισπραττόμενου ποσού, το οποίο πρέπει να καλύψει τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, δηλαδή στην ανωτέρω περίπτωση το κατώτατο ποσό παρακράτησης αναπροσαρμόζεται από 700 ευρώ σε 900 ευρώ.
Τον επόμενο μήνα που θα αιτηθεί ο οφειλέτης αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από φορέα του ευρύτερου Δημοσίου, το κατώτατο δυνητικά όριο παρακράτησης είναι το 10%, με την προϋπόθεση ότι καλύπτεται τουλάχιστον μία επιπλέον δόση ρύθμισης εφόσον οι υπόλοιπες δύο από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έχουν ήδη αποδοθεί/πιστωθεί από την προηγούμενη παρακράτηση και επιπλέον στοιχειοθετείται η ύπαρξη μίας ακόμη απαίτησης (αξιόλογης σε σχέση με την οφειλή) για την οποία απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.
2. Παράδειγμα ποσοστού παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για μεταβίβαση ακίνητου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ' αυτού, που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής, είναι ενήμεροι σε αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Ο αιτών έχει βεβαιωμένες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές, ύψους 13.000 ευρώ. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου είναι 12.000 ευρώ και το πραγματικό τίμημα ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ. Το 70% του τιμήματος είναι 7.000 ευρώ και το 70% της αντικειμενικής αξίας είναι 8.400 ευρώ.
Συνεπώς, εν προκειμένω, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 70% έως 100%) επί του τιμήματος, όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 8.400 ευρώ έως 10.000 ευρώ. Στην περίπτωση που είναι διασφαλισμένη η είσπραξη της οφειλής, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 50% έως 100%) επί του τιμήματος όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 6.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ.
Πηγή: ΓΓΔΕ, Zougla.gr, Capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.