Της Ειρήνης Αναστασοπούλου, δημοσιεύτηκε στη σελίδα της Deutsche Welle
Το είχε πει η γιαγιά η Νίνα το 1979 στην Κέρκυρα. Βαριά άρρωστη στο κρεβάτι είχε πάρει το χέρι του εγγονού της και του ψιθύρισε: «Φρανκ, είναι το τελευταίο μου καλοκαίρι, δεν θα με ξαναδείς, όμως να ξέρεις, θα γίνεις κάποτε μεγάλος». Χαράχτηκαν τα λόγια της στο μυαλό και στην ψυχή του 15χρονου τότε έφηβου. Και πάντοτε, σε κάθε δυσκολία, επέστρεφε η φωνή της
ελληνίδας γιαγιάς στην καρδιά του και τα λόγια της του έδιναν δύναμη.
Στις δυσκολίες τα λόγια της ελληνίδας γιαγιάς
Το ίδιο έγινε και εκείνον τον Οκτώβριο του 2004, όταν ο Φρανκ Χελμενστάιν, νεοεκλεγμένος δήμαρχος του Γκούμερσμπαχ, μια κωμόπολη 50.000 κατοίκων 75 χιλιόμετρα από την Κολωνία, έμπαινε από την πύλη της μόλις χρεοκοπημένης βιομηχανίας Steinmüller για να περπατήσει στην τεράστια έκταση με τα βρώμικα κτήρια παραγωγής και να δει από κοντά τι είχε απομείνει. Απαγορευμένη πόλη, την έλεγαν οι κάτοικοι, κανείς δεν μπορούσε να πλησιάσει χωρίς άδεια. Από το 1870 η τύχη της επιχείρησης συνδέθηκε στενά με αυτήν την πόλη. Οι ατμολέβητες που κατασκεύαζε πωλούνταν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Στα χρόνια της δόξας της, τη δεκαετία του 70, απασχολούσε 10.000 εργάτες. Πολλοί από αυτούς ήταν από την Ελλάδα, από το χωριό Άφαντου της Ρόδου. Τι θα γίνονταν τώρα αυτή η τεράστια μολυσμένη περιοχή; Τι θα γίνονταν οι χιλιάδες απολυμένοι; Κανείς δεν ζήλευε τον 39χρονο δήμαρχο. Πολλοί μάλιστα στοιχημάτιζαν ότι δεν θα άντεχε και πολύ στο θέση αυτή. Σήμερα, 13 χρόνια μετά, με τον Χελμενστάιν πάντα στο ίδιο αξίωμα, το Γκούμερσμπαχ έχει γίνει υπόδειγμα οικιστικής ανάπλασης και ανάπτυξης στην Ευρώπη.
Πρότυπο ανάπλασης
Από τα παλαιά κτήρια της εταιρείας έχει διατηρηθεί μόνο το παλαιότερο, η Halle 32, που χρησιμοποιείται ως πολυχώρος. Η υπόλοιπη περιοχή φιλοξενεί την Τεχνική Ανώτατη Σχολή της Κολωνίας με πάνω από 5.600 φοιτητές, την Σχολή Νοσηλείας για άτομα της τρίτης ηλικίας, τoν όμιλο ABLE για υπηρεσίες στους τομείς τεχνολογίας, πληροφοριών και επικοινωνίας, την αρένα Schwalbe, τον σταθμό λεωφορείων, τον νέο παιδικό σταθμό, ένα τεράστιο πάρκο πρασίνου για παιγνίδι και σπορ, ενώ κτίζονται το νέο κτήριο των δικαστηρίων, της αστυνομίας κι άλλων πολλών που θα ακολουθήσουν.
«Οι προσπάθειές μου κατέτειναν στο να δώσω στην πόλη, που παρέλαβα στη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της λόγω πτώχευσης της Steinmüller, νέα δόξα και νέα άνθιση», λέει ο Χελμενστάιν στο μικρόφωνο της DW. «Και για να το περιγράψω με εικόνες, ήθελα να την κάνω και πάλι να σταθεί στα πόδια της, αφότου είχε φάει τα μούτρα της. Σήμερα μπορώ να πω με ευγνωμοσύνη, ταπεινότητα αλλά και με λίγη υπερηφάνεια ότι τα καταφέραμε»! Ο δήμαρχος μας μιλά για την πόλη της παιδικής του ηλικίας στη Γερμανία και ο τυπικός γερμανός με το ρολόι στο χέρι και την ακρίβεια ως ύψιστη αρετή, μεταμορφώνεται ξαφνικά σε Έλληνα. Ευτυχισμένα χρόνια μέσα σε μια ευτυχισμένη οικογένεια που μέχρι και σήμερα του δίνει δύναμη και στήριγμα. Ο πατέρας του τον βοήθησε να κάνει καριέρα στο στεγνό κόσμο της διοίκησης.
Με το λεωφορείο στην Κέρκυρα
Αλλά στη μητέρα του, την ελληνίδα Κωνσταντίνα Κοντογούρη, χρωστά αστείρευτη αγάπη, θαλπωρή, ασφάλεια και φροντίδα που μόνο μια νοτιοευρωπαία μητέρα μπορεί να προσφέρει στο παιδί της. Η Κωνσταντίνα παντρεύτηκε μικρή τον γερμανό Ραλφ και ήρθε το 1960 από την Κέρκυρα σε ένα χωριό του Γκούμερσμπαχ χωρίς να ξέρει γλώσσα. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που αντίκρισαν οι κάτοικοι. Τον ρωτάμε για τις ελληνικές του ρίζες και αναβλύζουν παιδικές μνήμες από την άλλη του πατρίδα. Τότε που η γιαγιά Νίνα τον γύριζε τα απογεύματα με το λεωφορείο στους δρόμους της Κέρκυρας για να γνωρίσει την πόλη. Θυμάται τον αγαπημένο θείο, τις θείες, τα ξαδέλφια, τη θάλασσα, τα παιγνίδια στην άμμο. Μιλάει ατέλειωτα και με συγκίνηση. Και μιλά για την καρδιά με τις δυο ψυχές.
«Πρέπει να συνηθίσω να ζω με τις δύο αυτές ψυχές, είναι αυτό που κάνει τη ζωή πιο πλούσια και ενδιαφέρουσα» λέει. «Αυτή η ελληνική καρδιά μέσα στην καθημερινότητα της διοίκησης, που διαπνέεται από την απόλυτη τελειότητα, αυτή η ελληνική πλευρά που έχει εγκάρδια αισθήματα για τους ανθρώπους, κάνει καλό. Είναι τρελό, αλλά όταν έρχομαι στην Κέρκυρα, νοιώθω στην πατρίδα μου, η Κέρκυρα είναι πατρίδα, έχω δυο πατρίδες, το Γκούμερσμπαχ και την Κέρκυρα».
«Υπερηφάνεια και ευγνωμοσύνη»
Του λείπει που δεν μιλά τη γλώσσα της άλλης πατρίδας του. Γι αυτό, όπως μας λέει, το πρώτο πράγμα που φρόντισε όταν έγινε δήμαρχος, ήταν μαθήματα μητρικής γλώσσας για παιδιά του δημοτικού και γυμνασίου σε συνεργασία με το ελληνικό γενικό προξενείο. Η μητέρα του ζει ακόμη στο Γκούμερσμπαχ, την πόλη που της άνοιξε την αγκαλιά, αν και ξένη. «Όταν ήρθα στο Γκούμερσμπαχ πριν από 57 χρόνια το 1960, η πόλη ήταν διαφορετική και τα χρόνια ήταν διαφορετικά» μας λέει. «Τότε αισθανόμουν ξένη, ορισμένες περιπτώσεις δεν μου άρεσαν, οι περισσότερες μου ήταν ευχάριστες παρόλο που έλειπα από το σπίτι μου. Κι όταν σήμερα περπατώ στο Γκούμερσμπαχ, λέω, για σκέψου εκεί που περπατούσαν τα πόδια σου, δεν το ήξερες ότι ο γιος που θα κάνεις κάποτε, θα γίνει δήμαρχος στην πόλη. Αισθάνομαι πρώτα υπερηφάνεια, αλλά και ευγνωμοσύνη».
Το ίδιο αισθάνονται και η κάτοικοι της πόλης. Πρόσφατα ο γιός της Φρανκ, ο δήμαρχος, έκανε μια έκπληξη στον οδηγό του Μάνφρεντ Άλμπρεχτ. Την τελευταία ημέρα πριν πάρει σύνταξη, άλλαξε ρόλο και έκανε τον οδηγό του οδηγού του. Προς μεγάλη έκπληξη του Άλμπρεχτ, τον περίμενε πρωί - πρωί έξω από το σπίτι του για να τον πάει με το υπηρεσιακό αυτοκίνητο στο δημαρχείο. Όπως έκανε κι αυτός επί δεκαετίες. Αλλά είπαμε. Η γιαγιά η Νίνα είχε πει το 1979 ότι ο Φρανκ κάποτε θα γίνονταν μεγάλος. Από κάθε άποψη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.