«Η Angela Merkel, ένας από τους μακροβιότερους αρχηγούς κυβερνήσεων στην Ευρώπη, αποχωρεί. Τι πρέπει να υπολογίζει ο Recep Tayyip Erdoğan ότι θα συμβεί μετά από αυτήν;»
Το άρθρο γνώμης του Can Dündar, πρώην Αρχισυντάκτη της ε/φ Cumhuriyet, ο οποίος ζει εξόριστος στην Γερμανία, αναφέρει, μεταξύ άλλων:
Οι Angela Merkel και Recep Tayyip Erdoğan είναι αυτήν την στιγμή από τους μακροβιότερους επικεφαλής κυβερνήσεων στην Ευρώπη. Ο Erdoğan έγινε Πρωθυπουργός το 2003, η Angela Merkel Καγκελάριος το 2005. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους ήλθαν και έφυγαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πολιτικοί όπως οι Jacques Chirac, Tony Blair, Silvio Berlusconi, José Luis Rodríguez Zapatero και Heinz Fischer. Οι Merkel και Erdoğan έθεσαν τα ονόματά τους στον κατάλογο των αρχηγών κυβερνήσεων με τη μεγαλύτερες χρονικά θητείες στις χώρες τους.
Οι κυβερνήσεις τους συνέπεσαν σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο στην Ευρώπη. Οι δύο τους αναγκάστηκαν να συνεργαστούν και να συμβιβαστούν, έστω και απρόθυμα, και ανεξάρτητα από το πόσο διαφορετικοί ήταν ως χαρακτήρες, ως προς την κοσμοθεωρία τους και τον πολιτικό προσανατολισμό τους. Η Καγκελάριος αναγκάστηκε να υποστεί τις κατηγορίες του Erdoğan για «ναζιστικές μεθόδους». Την παρεκτροπή του ότι οι Γερμανοί, εάν δεν ντρέπονταν, θα έβαζαν και πάλι στην ημερήσια διάταξή τους θαλάμους αερίου και στρατόπεδα συγκέντρωσης έκανε ότι δεν την άκουσε. Παρέμεινε ήρεμη, ακόμη και όταν ο Γερμανός Πρέσβης στην Άγκυρα, Martin Erdmann, κλήθηκε στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών 21 φορές μέσα σε δυόμισι χρόνια για να τον επιπλήξουν. Κι αυτό γιατί ήταν απαραίτητο να σταματήσει η ροή προσφύγων προς την Γερμανία. Και για να το πετύχει, η Γερμανία χρειαζόταν τον Erdoğan. Η Συμφωνία για τους Πρόσφυγες συνήφθη για τον σκοπό αυτό. Κάθε ακρότητα του Erdoğan αγνοήθηκε. Και αυτός το εκμεταλλεύτηκε όσο δεν πάει.
Δεν θα μπορούσε η Merkel, η οποία θεωρείται «ηγέτιδα του ελεύθερου κόσμου», να επισκεφθεί κατά την διάρκεια μιας από τις επισκέψεις της στην Τουρκία την σύζυγο ενός πολιτικού κρατουμένου, την οικογένεια ενός φυλακισμένου επιστήμονα ή μια ΜΚΟ και ένα ΜΜΕ υπό πίεση, αν το ήθελε; Δεν θα μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να στείλει ένα μήνυμα υποστήριξης σε όλους εκείνους στην Τουρκία που εργάζονται για την Δημοκρατία υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες; Δεν θα σήμαινε αυτό: «Ναι, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεργαστούμε με τον Erdoğan, αλλά υποστηρίζουμε και μια δημοκρατική Τουρκία»;
Σε κάθε περίπτωση, αυτή ήταν η στάση του ομοσπονδιακού Προέδρου Joachim Gauck κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία το 2014 και προκάλεσε εντυπώσεις που δεν ξεχνιούνται, ειδικά όταν τόνισε σε ομιλία του σε ένα από τα πιο γνωστά πανεπιστήμια της χώρας την σημασία της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης και της ελευθερίας του Τύπου. Ο Joe Biden έκανε το ίδιο το 2016, όταν ήταν Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ στην Τουρκία: Επισκέφθηκε αντιπολιτευόμενους πολιτικούς και τις οικογένειες φυλακισμένων δημοσιογράφων πριν συναντήσει τον Erdoğan -και του έστειλε με αυτόν τον τρόπο σαφές μήνυμα.
Αντίθετα η Merkel, η οποία επισκέφθηκε την Τουρκία εννέα φορές τα πρώτα δώδεκα χρόνια της θητείας της, δεν θεώρησε ούτε μια φορά απαραίτητη μια τέτοια χειρονομία. Ενδεχομένως δεν ήθελε να ασκήσει πίεση στον Erdoğan σε δύσκολες φάσεις της διαπραγμάτευσης. Ωστόσο, η στάση της καταγράφηκε από τους υπερασπιστές της ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Παγιώθηκε η πεποίθηση ότι για την Ευρώπη δεν έχει προτεραιότητα η Δημοκρατία, αλλά ότι το ίδιον συμφέρον, η ασφάλεια των συνόρων, οι πωλήσεις όπλων και οι εμπορικές συμφωνίες είναι πιο σημαντικές. Ο εκβιασμός του Erdoğan ότι θα ανοίξει τα σύνορά του σε πρόσφυγες από την Συρία, ο φόβος ότι θα μπορούσε να κινητοποιήσει τους τουρκικής καταγωγής υποστηρικτές του στην Γερμανία και η ρεαλιστική πιθανότητα να προσεγγίσει τη Μόσχα προκαλούσαν πάντοτε νευρικότητα στο Βερολίνο. Σε αυτό προστίθενται τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου στην Γερμανία και της εξοπλιστικής βιομηχανίας στην Τουρκία. Η Merkel επικρίθηκε ως η επικεφαλής της κυβέρνησης, η οποία κάθεται σε επιχρυσωμένες πολυθρόνες στο τουρκικό προεδρικό μέγαρο και παρατείνει την πολιτική ζωή του Erdoğan.
Η Merkel, ένας από τους δύο αρχηγούς κυβερνήσεων με τις μεγαλύτερες χρονικά θητείες στην Ευρώπη, αποσύρεται πλέον από την Πολιτική. Εν τω μεταξύ, ο Erdoğan βρίσκεται στην πιο δύσκολη φάση της θητείας του. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι έχει μείνει πολύ πίσω από τους εικαζόμενους αντιπάλους του και ότι θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει το αξίωμά του στις πρώτες πραγματικά δημοκρατικές εκλογές. Όλοι ασχολούνται με το ερώτημα, αν θα επιτρέψει να διεξαχθούν εκλογές, τις οποίες θα μπορούσε να χάσει. Οι περισσότεροι πολιτικοί παρατηρητές θεωρούν ότι θα διεξαχθούν πρόωρες εκλογές στην Τουρκία το αργότερο κατά το επόμενο έτος.
Αυτό σημαίνει ότι το 2022 θα μπορούσε να γίνει το έτος μιας νέας αρχής στις σχέσεις Τουρκίας-Γερμανίας. Το εάν η πολιτική της Γερμανίας έναντι της Τουρκίας στην μετά Merkel εποχή θα είναι διαφορετική εξαρτάται και από την σύνθεση της νέας γερμανικής κυβέρνησης. Ο υποψήφιος Καγκελάριος των Χριστιανοδημοκρατών, Armin Laschet, φαίνεται να λαμβάνει έναντι της Άγκυρας παρόμοια στάση με την Merkel. Αν και συχνά εκφράζει «ανησυχία» για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και λέει ότι η πίεση στον Erdoğan θα πρέπει να αυξηθεί, υποστηρίζει μια μάλλον ρεαλιστική πολιτική.
Οι σοσιαλδημοκράτες στο Υπουργείο Εξωτερικών έχουν κατά το τελευταίο διάστημα στραφεί στην συνέχιση μίας «ημίγλυκης» συνεργασίας με την Άγκυρα. Εκφράζουν κριτική, αλλά ταυτόχρονα προσέχουν να μην διακοπεί ο διάλογος. Σε αντίθεση με τον Trump, ωστόσο, δεν έπαιξαν ποτέ το «χαρτί των κυρώσεων» σε βάρος του Erdoğan, ο οποίος εγκατέστησε ένα καθεστώς καταστολής στην Τουρκία.
Σε ό,τι αφορά τους Πρασίνους, πρόκειται για ένα από τα κόμματα εκείνα που επικρίνουν ιδιαίτερα έντονα την πολιτική ανοχής του Heiko Maas έναντι της Τουρκίας. Ο βουλευτής του κόμματος Cem Özdemir κάλεσε την γερμανική κυβέρνηση να τερματίσει πολιτικές που βασίζονται στον κατευνασμό του Erdoğan και να λάβει μια σαφή θέση σε θέματα όπως τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το Κράτος Δικαίου και η ελευθερία του Τύπου. Δηλώνει, μάλιστα, ότι μόλις ανακοινωθούν τα αποτελέσματα το βράδυ των εκλογών, η στάση του Βερολίνου έναντι της Άγκυρας θα αλλάξει.
Με την αποχώρηση του Trump, ο Erdoğan έχασε τον ισχυρό σύμμαχό του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αρχή με τον νέο Πρόεδρο Joe Biden ήταν γεμάτη εντάσεις και τώρα θα μπορούσε να χάσει ένα σημαντικό στήριγμα στην Ευρώπη μετά την αποχώρηση της Merkel -και να βιώσει παρόμοιες εντάσεις με την νέα γερμανική κυβέρνηση. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει στην μετάδοση της εσωτερικής πολιτικής κρίσης στο εξωτερικό. Όμως όλοι όσοι γνωρίζουν ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης ενεργούν μόλις αναλάβουν την διακυβέρνηση λιγότερο με βάση τις υποσχέσεις τους και περισσότερο με βάση με τα πραγματικά πολιτικά δεδομένα, πιστεύουν ότι τώρα θα πρέπει κανείς να παραμείνει ήρεμος και να περιμένει να δει τί θα γίνει.
Το πιο σημαντικό θα είναι το πώς η νέα γερμανική κυβέρνηση της εποχής μετά την Merkel θα διαμορφώσει τις σχέσεις της με την «νέα Τουρκία» μετά τον Erdoğan. Το γεγονός ότι και στις δύο πρωτεύουσες αλλάζουν πρόσωπα και κυβερνήσεις θα μπορούσε να επιτρέψει ένα πραγματικό νέο ξεκίνημα για τις σχέσεις μεταξύ των δύο κοινωνιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.