Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2021

SZ: «Η κληρονομιά των Φιλελλήνων»

Süddeutsche Zeitung: «Ήταν κυρίως νεαροί Γερμανοί αυτοί που υποστήριξαν τους Έλληνες στον αγώνα τους για ελευθερία εναντίον των Τούρκων από το 1821 και μετά. Μέχρι σήμερα διατηρείται στην Αθήνα η μνήμη αυτών των κυνηγών της περιπέτειας, μερικοί από τους οποίους άλλαξαν την χώρα για πάντα»

Ρεπορτάζ της ανταποκρίτριας στην Κωνσταντινούπολη Christiane Schlötzer:

Βαθυπράσινα πευκοδάση και απότομοι βράχοι που έμοιαζαν να έχουν τοποθετηθεί ο ένας πάνω στον άλλο από γίγαντες, οι κοιλάδες άβυσσοι στο πουθενά. Αυτό δεν ήταν το γλυκό τοπίο που γνώριζε ο νεαρός Heinrich Treiber από την πατρίδα του την Θουριγγία. Στο ημερολόγιό του σημείωσε: «Ξεκινήσαμε νωρίς. Επί μιάμιση ώρα ακολουθήσαμε ανηφορική πορεία ...μετά πάλι κατηφόρα για δυόμιση ώρες, μέχρι που το μονοπάτι ξαφνικά ανέβηκε απότομα ξανά. Γύρω στο μεσημέρι σταματήσαμε στα Σάλωνα, το μέρος ήταν σχεδόν ολοσχερώς κατεστραμμένο».

Στις αρχές του 1822, ο νεαρός γιατρός Heinrich Treiber επιβιβάστηκε σε πλοίο στο Λιβόρνο της Ιταλίας για να μεταβεί στην Ελλάδα και τώρα βρίσκεται καθισμένος σε μια μικρή πόλη κοντά στους αρχαίους Δελφούς και δεν γνωρίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια: «Δεν είχαμε νέα από την Πελοπόννησο και οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τα στρατεύματά τους στις πλαγιές του Παρνασσού».

Είναι πόλεμος στην Ελλάδα. Η εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, οι οποίοι είχαν καταλάβει την Ελλάδα για σχεδόν 400 χρόνια, ξεκίνησε στην Πελοπόννησο το 1821 και ένα χρόνο αργότερα δεν έχει ακόμα κριθεί τίποτα. Τι αναζητά όμως ένας 25χρονος Γερμανός ανάμεσα σε κουρελιασμένους και πεινασμένους Έλληνες πεζούς στρατιώτες; Είναι γιος φαρμακοποιού, από το Meiningen στην προστατευμένη από τους ανέμους κοιλάδα της Werra. Ένας νεαρός άνδρας με εξαιρετικές προοπτικές καριέρας που σπούδασε Ιατρική στην Ιένα, το Erlangen και το Παρίσι.

«Στο Παρίσι πληροφορήθηκε για το κίνημα των Φιλελλήνων», λέει ο Νίκος Αποστολίδης, «και το επόμενο που γνωρίζουμε είναι ότι ξεκίνησε από την Ιταλία μαζί με 20-25 Φιλέλληνες και ήρθε στην Αίγινα». Ο Νίκος Αποστολίδης, 95 ετών, είναι δισέγγονος αυτού του Heinrich Aloisius Treiber από την Θουριγγία, ο οποίος ενθουσιάστηκε με τον Ελληνικό Αγώνα για την ελευθερία ενάντια στους Οθωμανούς. Το πορτρέτο του Treiber κοιτάζει από από ένα χρυσό κάδρο στο σαλόνι του αθηναϊκού διαμερίσματος του Αποστολίδη. Ο Έλληνας στέκεται προσοχή μπροστά στην ελαιογραφία, σαν να βρισκόταν πραγματικά μπροστά στον πρόγονό του.

Ο ονειροπόλος από την Θουριγγία πέθανε το 1882, ήταν πολυβραβευμένος καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και γενικός γιατρός του ελληνικού στρατού. Κατά περιόδους ήταν επίσης ο προσωπικός γιατρός του πρώτου Έλληνα βασιλιά. Οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν ότι οι Έλληνες χρειάζονταν ένα μονάρχη μετά την επιτυχημένη Επανάσταση, και βρήκαν τον μόλις 17χρονο Όθωνα τον Α΄ από τον οίκο των Wittelsbach στην Βαυαρία, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα το 1833. Ο Treiber δεν κρατούσε τότε πλέον ημερολόγιο. Κρίμα, καθώς ο γιατρός ήταν προσεκτικός χρονικογράφος. Από την άφιξή του στην Ελλάδα το 1822 έως το 1828, ένα χρόνο πριν από το τέλος του πολέμου, κρατούσε σημειώσεις σχεδόν καθημερινά.

«Οι σημειώσεις του είναι συχνά σύντομες επειδή ήταν κυρίως καθ’ οδόν και κουβαλούσε πάντοτε μαζί του το ημερολόγιό του», λέει ο Αποστολίδης. Ο πατέρας του Χρήστος μετέφερε το ημερολόγιο από την γραφή Sütterlin σε ευανάγνωστη μορφή και το μετέφρασε στα ελληνικά. Δημοσιεύτηκε στα ελληνικά στην Αθήνα το 1960 και σύντομα θα υπάρξει και γερμανική έκδοση.

Ο Heinrich Treiber παντρεύτηκε στην Αθήνα μια Ελληνίδα, της οποίας ο πατέρας καταγόταν από την Κορσική. Δύο από τα έξι παιδιά από αυτόν τον γάμο πέθαναν σε μικρή ηλικία. Ένας γιος, ο Bernhard Treiber, διαδραμάτισε αργότερα έναν σημαντικό ρόλο στην Αθήνα, όπως προκύπτει από την αναζήτηση του ίχνους που άφησαν οι Γερμανοί Φιλέλληνες

Ο νεαρός Treiber ασχολήθηκε εκτενέστερα στο ημερολόγιό του με τα αρχαία μνημεία στην Αθήνα. Όταν στάθηκε για πρώτη φορά στους πρόποδες της Ακρόπολης, περιέγραψε τις εντυπώσεις του σε πολλές σελίδες. «Εκεί μπορεί κανείς να διακρίνει τι πραγματικά τον έφερε στην Ελλάδα», λέει ο απόγονος του. «Οι Φιλέλληνες νόμιζαν ότι η Ελλάδα ήταν όπως στην αρχαιότητα». Οι Ευρωπαίοι εθελοντές πολέμου έκαναν λάθος. Όσοι κατόρθωσαν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους ήταν τις περισσότερες φορές πικρά απογοητευμένοι που οι Έλληνες του 19ου αιώνα δεν ανταποκρίνονταν στην εξιδανικευμένη εικόνα που τους είχαν μεταφέρει ο Goethe, ο Schiller και ο Hölderlin.

Κλασικοί φιλόλογοι, όπως ο Friedrich Thiersch από το Μόναχο, είχαν τροφοδοτήσει τον ενθουσιασμό για τον αγώνα για την ελευθερία στον μακρινό τόπο. Τον επαινούσαν ακόμη και ως ευκαιρία να ξεπληρώσουν ένα «αρχαίο χρέος» για όλα όσα χρωστούσαν οι Ευρωπαίοι στους αρχαίους Έλληνες, από την Φιλοσοφία μέχρι τον αρχιτεκτονικά ιδιοφυή Παρθενώνα.

Από τους 940 γνωστούς ονομαστικά εθελοντές που κέρδισε ο μαχητικός Φιλελληνισμός, οι Γερμανοί αποτελούσαν την μεγαλύτερη ομάδα με 342 -και με 142 είχαν τους περισσότερους νεκρούς. Ακολουθούσαν σε απόσταση Γάλλοι και Ιταλοί. Ο Treiber έχει συμπεριλάβει μια λίστα με ονόματα στο ημερολόγιό του. Διαβάζεται σαν Γερμανικός κατάλογος πόλεων, από το Αμβούργο στο Βερολίνο, το Μάιντς και την Κολωνία.

Παρά τον ενθουσιασμό για την αρχαιότητα, τα κίνητρα των ταξιδιωτών στην Ελλάδα ήταν παρ’ όλα αυτά διαφορετικά, όπως παρατήρησε ο Franz Lieber, ο οποίος είχε πάρει το διδακτορικό του στην Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Ιένα: Εκτός από τους «ιδεαλιστές» υπήρχαν και «γερασμένοι ανθυπολοχαγοί, των οποίων η ανέλιξη στην ιεραρχία είχε σταματήσει», δυσαρεστημένοι, «οι οποίοι έπρεπε ή ήθελαν να εγκαταλείψουν την οικογένεια και την πατρίδα τους», και «κυνηγοί της περιπέτειας και άχρηστοι». Ο Franz Lieber έφυγε σε άσχημη κατάσταση από την Ελλάδα μετά από λίγους μήνες το 1822, διαμαρτυρόμενος για την έλλειψη πειθαρχίας και την «αταξία» που επικρατούσε παντού στη χώρα, την οποία ήθελε να απελευθερώσει. Επειδή δεν μπορούσε να βρει την ελευθερία που έψαχνε ούτε στην Γερμανία, μετανάστευσε αργότερα στην Αμερική. Κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, ο Lieber έγινε σύμβουλος του Προέδρου Abraham Lincoln.

Για λίγους Γερμανούς μαχητές στην Ελλάδα γνωρίζουμε ακριβώς τι απέγιναν. Κάποιοι επαναπατρισθέντες κατέγραψαν αργότερα την απογοήτευσή τους για αυτά που βρήκαν στην Ελλάδα: Ελλιπώς οπλισμένοι Έλληνες συμπολεμιστές, πολλοί από τους οποίους τρέπονταν σε φυγή αντί να θυσιάσουν ανόητα τον εαυτό τους μπαίνοντας σε μάχη σώμα με σώμα με τον ανώτερο εχθρό, κάτι που φάνηκε να εκπλήσσει ορισμένους Γερμανούς ιδεαλιστές. Οι παρεξηγήσεις ήταν πιθανώς αμοιβαίες. Όταν ξένοι μαχητές ζήτησαν τρόφιμα και ζώα από αιφνιδιασμένους αγρότες δεν έτυχαν καλής υποδοχής. «Ο ίδιος ο Treiber δεν πολέμησε», λέει ο Αποστολίδης, «φρόντιζε τους τραυματίες».

Μεταξύ αυτών ήταν το πιο διάσημο θύμα της Επανάστασης μεταξύ των μαχητών από το εξωτερικό: Ο Βρετανός ποιητής Λόρδος Βύρωνας, ο οποίος είχε γράψει για τον εαυτό του: «Είμαι τρελός από πάθους». Ο Βύρωνας ήταν ένθερμος Φιλέλληνας, είχε επισκεφθεί την Ελλάδα το 1810, είχε ταξιδέψει στην Ανατολή. Στη συνέχεια προώθησε την Επανάσταση και την υποστήριζε από την Αγγλία με δωρεές προτού φύγει με πλοίο από την Γένοβα τον Ιούλιο του 1823. Έφτασε στην Κεφαλλονιά, η οποία εκείνη την εποχή ήταν υπό αγγλική κυριαρχία. Ο Βύρωνας συνειδητοποίησε από νωρίς ότι οι Έλληνες ήρωές του δεν είναι ενωμένοι, ότι ήδη διολισθαίνουν στον εμφύλιο πόλεμο. Τον Δεκέμβριο ξεκίνησε τελικά για το Μεσολόγγι, το οποίο πολιορκήθηκε επανειλημμένα από τους Οθωμανούς. Αλλά πριν ο τρυφερός στην ψυχή ποιητής προλάβει να μπει στη μάχη, ένας πυρετός τον κατέβαλε.

Ο Treiber ήταν ένας από τους γιατρούς που προσπάθησαν να τον σώσουν. Στο ημερολόγιό του σημειώνει: «18 Απριλίου 1824: Ελληνικό Πάσχα. Ιατρικό συμβούλιο για τον άρρωστο Λόρδο Βύρωνα. 19 Απριλίου: Νέο συμβούλιο το πρωί». Ο Βύρωνας πεθαίνει το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Ο οδηγός καταγράφει την ώρα: 5.30 π.μ. «Αυτός και ένας συνάδελφός του ταρίχευσαν το σώμα του Βύρωνα», λέει ο Αποστολίδης. Το ημερολόγιο αναφέρει σχετικά: «21 Απριλίου: Τελειώνουμε την ταρίχευση. 2 Μαΐου: Το σώμα του Λόρδου Βύρωνα μεταφέρθηκε σε πλοίο». Από την θαλάσσια οδό ο νεκρός Βύρωνας επέστρεψε στην Αγγλία.

«Ο Βύρωνας ήταν σούπερ σταρ, ήταν ο Einstein και ο Brad Pitt στο ίδιο πρόσωπο», λέει ο Κωνσταντίνος Βελέντζας, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στους Φιλέλληνες. Ο Βελέντζας, ο οποίος είναι επιχειρηματίας στον τομέα της Πληροφορικής, δημιούργησε το «Μουσείο Φιλελληνισμού» στην Αθήνα, το οποίο εγκαινιάστηκε πρόσφατα: Τέσσερις όροφοι γεμάτοι αντικείμενα της Επανάστασης, πίνακες ζωγραφικής, όπλα, έγγραφα. Ο Βελέντζας μπορεί να σκεφτεί μόνο τρία ή τέσσερα ονόματα ζωντανών απογόνων των ξένων εθελοντών στην Ελλάδα, μεταξύ αυτών και του Αποστολίδη. «Χρωστάμε πολλά στους Γερμανούς», λέει ο Έλληνας, εννοώντας όχι τόσο πολύ τους στρατιώτες «που ήρθαν επειδή λάτρευαν τον Περικλή», αλλά περισσότερο τους καλλιτέχνες που ακολούθησαν τον βασιλιά Όθωνα. Ο πατέρας του Λουδοβίκος ο Α’ συνέβαλε ακόμη και στην χρηματοδότηση της Επανάστασης. «Οι Οθωμανοί υποχρέωναν τις λευκές γυναίκες στην σκλαβιά», λέει ο ιδρυτής του Μουσείου. «Αυτό εξόργισε τους Ευρωπαίους», οι οποίοι ευχαρίστως ξεχνούσαν τις αμαρτίες της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Ο Λουδοβίκος ο Α’ από την Βαυαρία είχε πορτρέτα των επαναστατών στη μακρινή Ελλάδα, κυρίως εξιδανικευμένες παραστάσεις που είναι πανταχού παρούσες μέχρι σήμερα, στα ελληνικά βιβλία της Ιστορίας και αυτήν την περίοδο στις πολλές εκθέσεις για τον εορτασμό των 200 χρόνων της Επανάστασης.

Ο Βελέντζας δείχνει έναν από τους πιο διάσημους πίνακες στο Μουσείο του: Ο στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης στέκεται μπροστά στον πολιορκημένο Παρθενώνα, ο ήρωας κρατά πιστόλι και λευκή σημαία. «Γνωρίζει γιατί τα κίνητρά του είναι αξιέπαινα». Ο ζωγράφος Georg Christian Perlberg (1806-1884) πήγε στην Ακαδημία Τέχνης του Μονάχου μετά την παραμονή του στην Ελλάδα. Το πορτραίτο κρεμόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα σαλόνι σπιτιού στην Γερμανία και στη συνέχεια εξαφανίστηκε σε ένα υπόγειο πριν ο Βελέντζας το ανακαλύψει σε δημοπρασία.

Όταν οι επαναστάτες πολεμούσαν για τον Παρθενώνα, η Αθήνα είχε μόλις 5.000 κατοίκους. Σήμερα περίπου 5 εκ. άνθρωποι ζουν στην ελληνική πρωτεύουσα και τα προάστιά της -οι μισοί κάτοικοι της χώρας. Η Επανάσταση δημιούργησε το νεοελληνικό κράτος και το 1834 ο βασιλιάς Όθων κήρυξε την Αθήνα πρωτεύουσα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια τεράστια κατασκευαστική άνθηση. Ο Όθων έφερε τους αγαπημένους του αρχιτέκτονες Leo von Klenze και Friedrich von Gärtner από το Μόναχο. Σύντομα όμως και ιδιώτες θέλησαν να δημιουργήσουν υπέροχα κτίσματα.

«Υπήρχαν νεοφερμένοι από κοσμοπολίτικες πόλεις όπως η Αλεξάνδρεια, η Κωνσταντινούπολη, το Βουκουρέστι, η Οδησσός και η Πετρούπολη», λέει η αρχαιολόγος και ιστορικός τέχνης Μαριλένα Κασιμάτη. Η Κασιμάτη έχει πραγματοποιήσει έρευνα για την ζωή ενός ανθρώπου που διαμόρφωσε με το έργο του την πόλη: Ήταν ο Ernst Ziller από την Σαξονία. Ήρθε στην Αθήνα σε ηλικία 24 ετών και άφησε πίσω του περισσότερα από 500 κτίρια, πριν πεθάνει σε ηλικία 86 ετών. Το διαμέρισμα της Κασιμάτη στο κέντρο της Αθήνας δεν απέχει πολύ από ένα από τα πιο όμορφα έργα του Ziller: Την βίλα του Heinrich Schliemann που έκανε τις ανασκαφές στην Τροία. Το κτίριο στεγάζει σήμερα το Νομισματικό Μουσείο.

Ο Ziller εργάστηκε αρχικά ως βοηθός ενός διακεκριμένου αρχιτέκτονα, του Theophil Hansen. Αυτός κόσμησε πρώτα την Βιέννη με βασισμένα στον ελληνικό κλασικισμό αντιπροσωπευτικά κτίρια της πόλης, όπως το Χρηματιστήριο και το Κοινοβούλιο, πριν μαζί με τον μαθητή του Ziller επαναφέρουν τον κλασικισμό στην Αθήνα. «Ο Ziller γνώριζε πολύ καλά την αρχαιότητα», λέει η Κασιμάτη, η οποία ανακάλυψε το χαμένο αρχείο του αρχιτέκτονα στην Αθήνα. Κάπως έτσι έπεσε πάνω στον Bernhard Treiber, τον γιο του ιατρού, ο οποίος φρόντιζε τον ετοιμοθάνατο Βύρωνα. Ο Bernhard Treiber εργαζόταν ως εργοταξιάρχης για λογαριασμό του Hansen στην Αθήνα, αλλά σε ένα εργοτάξιο προέκυψαν παρατυπίες. «Αυτός ο Treiber πρέπει να ήταν παλιάνθρωπος». Έτσι ο Hansen έστειλε τον νεαρό Ziller στην Αθήνα για να δει ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλά. «Τι τρελή σύμπτωση», λέει η ιστορικός.

Ziller και Treiber -αυτοί οι μετανάστες έχουν πλέον ξεχαστεί στη Γερμανία. «Ίσως επειδή διώξαμε τους Wittelsbach», λέει η Κασιμάτη χαμογελώντας. Ο βασιλιάς Όθων αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα μετά από εξέγερση το 1862. «Κάποια στιγμή τα Προπύλαια στην πλατεία Königsplatz στο Μόναχο συνδέθηκαν κυρίως με τον Hitler», λέει η ιστορικός. Ο Λουδοβίκος ο Α’ τα είχε χτίσει ως μνημείο στον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία.

Τα στρατεύματα του Hitler αργότερα άφησαν επίσης το στίγμα τους στην Ελλάδα. Δεν ήρθαν για να απελευθερώσουν την Ελλάδα όπως έκαναν οι Γερμανοί τον 19ο αιώνα, αλλά άφησαν πίσω τους πόνο, πείνα και θάνατο. Δεν έχτισαν, κατέστρεψαν.

Το παλαιότερο νεκροταφείο στην Αθήνα που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ονομάζεται «Πρώτο Νεκροταφείο» και δεν απέχει πολύ από το κέντρο της Αθήνας. Πολιτικοί, αντιστασιακοί και καλλιτέχνες αναπαύονται εδώ, ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας Γιώργος Σεφέρης και η ηθοποιός Μελίνα Μερκούρη. Το προτεσταντικό μέρος του νεκροταφείου περιβάλλεται από χαμηλό τείχος. Εκεί μπορεί να βρει κανείς τις γυναίκες που τόλμησαν να ταξιδέψουν από νωρίς στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η Bettina von Savigny, κόρη δικηγόρου στο πρωσικό δικαστήριο. Ερωτεύτηκε έναν Έλληνα που σπούδαζε στον πατέρα της στο Βερολίνο. Τα γράμματα της Bettina προς τους γονείς της υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Περιγράφουν τις δυσκολίες της ζωής στο νεαρό κράτος, την έλλειψη στέγης, το κρύο, τις ασθένειες. Η Savigny, χωρίς καμία διάθεση ωραιοποίησης, γράφει για το παλάτι ότι επικρατεί μια «εξωφρενική μεροληψία εναντίον των Ελλήνων και υπέρ των Βαυαρών». Αυτή η γυναίκα, περισσότερο ρεαλίστρια παρά ρομαντική, πέθανε σε ηλικία 30 ετών -από επιδημία. Ο τάφος της, στολισμένος με ιωνικές ροζέτες, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να φαίνεται καλά φροντισμένος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.