«Σε σύγκριση με τη Νοτιοδυτική Ευρώπη, πολύ λιγότεροι άνθρωποι εμβολιάζονται στις γερμανόφωνες χώρες. Γιατί συμβαίνει αυτό;»
Φωτο αρχείου |
Το ρεπορτάζ του συντάκτη θεμάτων Κάτω Σαξονίας Reinhard Bingener αναφέρει, μεταξύ άλλων:
Ο ισχυρισμός ότι στις γερμανόφωνες χώρες εντοπίζονται «οι περισσότεροι άνθρωποι που απορρίπτουν τους εμβολιασμούς» βασίζεται σε μια επιλεκτική αντίληψη. Γιατί στην Ανατολική Ευρώπη τα ποσοστά εμβολιασμού είναι συνήθως σημαντικά χαμηλότερα. Αν κοιτάξει κανείς έναν χάρτη της Ευρώπης που δείχνει τα ποσοστά εμβολιασμού, μπορεί να διαπιστώσει ένα έντονο χάσμα Ανατολής-Δύσης. Η γερμανόφωνη περιοχή βρίσκεται όχι μόνον γεωγραφικά στο μέσο της Ευρώπης, αλλά και στο μέσο της κατάταξης με τα ποσοστά εμβολιασμού.
Η διαφορά στα ποσοστά εμβολιασμού χρήζει εξήγησης. Ωστόσο, το εγχείρημα δεν είναι εύκολο από επιστημονικής απόψεως. Οι ιστορικοί Malte Thießen και Heinrich August Winkler αναφέρονται στις μεθοδολογικές δυσκολίες. Οι εξηγήσεις λέγονται μεν εύκολα, αλλά συχνά έχουν έναν πιο «ιμπρεσιονιστικό» χαρακτήρα.
Και οι δύο πάντως εμφανίστηκαν διατεθειμένοι να συμμετάσχουν σε μια πρώτη ερμηνεία του χάρτη της Ευρώπης σε σχέση με το ποσοστό των εμβολιασμών. Αρχικά ο Winkler παρατηρεί «τη δραματική πτώση των ποσοστών εμβολιασμού στις ορθόδοξες χώρες». Στη Ρωσία, τη Λευκορωσία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, μόνο το 20-30% του πληθυσμού έχει πλήρη εμβολιαστική προστασία. Το ίδιο ισχύει και για τα δύο κατά κύριο λόγο ορθόδοξα κράτη-μέλη της ΕΕ, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Η κατάσταση είναι κάπως καλύτερη στη Σερβία, την Ελλάδα και την Κύπρο.
Μια πιθανή εξήγηση για τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού θα μπορούσε να είναι ότι ο κλήρος σε πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες διατηρεί επιφυλάξεις για τη σύγχρονη Επιστήμη. Ο Heinrich August Winkler συνοψίζει αυτή τη στάση: «Με τους εμβολιασμούς καταστρέφεται το έργο του Θεού». Ο ιστορικός του Βερολίνου πηγαίνει ακόμη πιο πίσω για να εξηγήσει το χάσμα Ανατολής-Δύσης. «Τελικά επιστρέφει κανείς στην Ιστορία των Θρησκειών. Η έλλειψη διαφοροποίησης μεταξύ πνευματικής και κοσμικής εξουσίας στην Ανατολική Εκκλησία είχε τεράστιες ιστορικές συνέπειες», λέει ο Winkler. «Η Αναγέννηση, η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση και ο Διαφωτισμός δεν εμφανίστηκαν όλως τυχαίως στον χώρο της Δυτικής Εκκλησίας. Όλες αυτές ήταν τυπικές Δυτικές διαδικασίες».
Η «οπισθοδρόμηση» της Ορθόδοξης Ευρώπης, η οποία είχε ήδη περιγραφεί τον 19ο αιώνα, συνέβαλε αργότερα στο γεγονός ότι οι κομμουνιστές κατέλαβαν πρώτα την εξουσία στη Ρωσία. Η επί δεκαετίες δικτατορία των κομμουνιστών αποδυνάμωσε την εμπιστοσύνη στους κρατικούς θεσμούς όχι μόνο στις περισσότερες ορθόδοξες χώρες, αλλά και σε όλες τις χώρες πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Και καθώς το μαρξιστικό δόγμα γινόταν αντιληπτό ως επιστημονική γνώση, η έννοια της Επιστήμης επίσης αλλοιώθηκε.
Ωστόσο, οι εκστρατείες εμβολιασμού ήταν επίσης μέρος της «επιστημονικότητας» της σοσιαλιστικής εξουσίας. «Για μια σοσιαλιστική κοινωνία, ο εμβολιασμός ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς μπορεί να επιτευχθεί πρόοδος συλλογικά», εξηγεί ο Malte Thießen, ο οποίος έχει μελετήσει ιδιαίτερα την Ιστορία των εμβολιασμών. Η συνθηματική φράση στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας ήταν «προφύλαξη». Η εμβολιαστική προστασία του πληθυσμού ήταν επομένως για μεγάλο χρονικό διάστημα υψηλή στις σοσιαλιστικές κοινωνίες. «Μόνο τώρα με τον κορωνοϊό τα πράγματα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση», τονίζει ο Thießen. Όπως και ο Winkler, υποψιάζεται ως αιτία την έλλειψη εμπιστοσύνης στους κρατικούς θεσμούς, η οποία μπορεί πλέον να εκφραστεί πολύ πιο ελεύθερα. «Ο εμβολιασμός δεν ήταν ποτέ προσωπική υπόθεση. Αποτελεί και ένα πεδίο, στο οποίο γίνεται διαπραγμάτευση της σχέσης με το κράτος», λέει ο Thießen. Σύμφωνα με τον Winkler, τα ευρωπαϊκά κράτη που πέρασαν τον 20ο αιώνα κάτω από κομμουνιστικές δικτατορίες είναι εκείνα που κατά κύριο λόγο δυσκολεύονται να καταπολεμήσουν την πανδημία.
Επί του παρόντος, η Βόρεια Ευρώπη αναφέρεται συχνά ως παράδειγμα ιδιαίτερα υψηλής προθυμίας για εμβολιασμό. Ο επιδημιολόγος Christian Drosten δικαιολογεί το φαινόμενο με μεγαλύτερη συμμόρφωση των κοινωνιών των σκανδιναβικών χωρών προς τους κανόνες. Ο Heinrich August Winkler επιχειρηματολογεί σε παρόμοια κατεύθυνση και αναφέρεται στην τεράστια επίδραση του Δανού θεολόγου N.F.S. Grundtvig τον 19ο αιώνα. «Αυτή η σύνδεση μεταξύ του λουθηρανισμού, της εθνικής κοινότητας και της μόρφωσης μπορεί να εντοπιστεί και στη Σουηδία». Στη Βόρεια Ευρώπη κατέστη δυνατόν να αναπτυχθούν ισχυρά, ευρέως αποδεκτά από τους πολίτες κράτη με καλά ανεπτυγμένη δημόσια υγειονομική περίθαλψη. Εκεί το κράτος αναλαμβάνει την ευθύνη για την ευημερία του ατόμου.
Ο Thießen βρίσκει εντυπωσιακό το γεγονός ότι τα τρία κράτη της Βαλτικής υστερούν πολύ σε σχέση από τις Σκανδιναβικές χώρες, αν και είναι στραμμένα στις κοινωνίες στο Βορρά και τη Δύση της Ευρώπης. Η επί δεκαετίες εμπειρία της δικτατορίας κατά τον 20ο αιώνα προσφέρει και πάλι μια εξήγηση. Επιπλέον, υπάρχουν ρωσικές μειονότητες στα κράτη της Βαλτικής οι οποίες, σύμφωνα με δημοσιεύματα, δείχνουν σημαντικά μικρότερη προθυμία να εμβολιαστούν.
Οι πρωτοπόροι όσον αφορά τα ποσοστά εμβολιασμού, ωστόσο, δεν είναι οι πολυδιαφημισμένοι Σκανδιναβοί, αλλά οι χώρες της Νοτιοδυτικής Ευρώπης. Ιδιαίτερα η Πορτογαλία και η Ισπανία βρίσκονται πολύ ψηλά, ενώ ακολουθούν η Γαλλία και η Ιταλία. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι εντός της Ελβετίας τα γαλλόφωνα και ιταλόφωνα καντόνια έχουν υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού από πολλά γερμανόφωνα καντόνια. Αναφερόμενος στους ρομανικούς λαούς, ο Malte Thießen παρατηρεί καταρχήν ότι «τα κλισέ μας προφανώς δεν είναι σωστά -και νομίζω ότι αυτό είναι πραγματικά πολύ καλό».
Σύμφωνα με τους Winkler και Thießen, δεν υπάρχει προφανής ιστορική εξήγηση για τα υψηλά ποσοστά εμβολιασμού στη Νοτιοδυτική Ευρώπη. Και οι δύο ιστορικοί παραπέμπουν κυρίως στις σοκαριστικές εμπειρίες των Νοτιοευρωπαίων στην αρχή της πανδημίας. Οι εικόνες από το Μπέργκαμο εντυπώθηκαν. Επιπλέον, στα νοικοκυριά της Νότιας Ευρώπης ζουν συχνά πολλές γενιές μαζί. Ο Winkler αναφέρεται επίσης στη σημασία της τουριστικής βιομηχανίας για τις χώρες της περιοχής. «Σε αντίθεση με εμάς, σε αυτές οι κοινωνίες διακυβεύεται η οικονομική τους επιβίωση».
Όταν παρατηρεί κανείς το χάρτη της Ευρώπης, μπορεί να εντοπίσει και μια σύνδεση μεταξύ του τοπίου και του ποσοστού εμβολιασμού. Ενώ καταγράφονται συγκριτικά υψηλά ποσοστά εμβολιασμού κοντά στις ακτές, τα ποσοστά εμβολιασμού στις ορεινές περιοχές πέφτουν σημαντικά. «Μία κοινωνικο-γεωγραφική εξήγηση φαίνεται λογική», λέει ο Heinrich August Winkler. «Ειδικά οι ορεινές παραμεθόριες περιοχές μπορούν να οδηγήσουν σε αποστασιοποίηση από το κράτος και σε πείσμα», δηλώνει προσεκτικά ο ιστορικός. Ο Malte Thießen επιβεβαιώνει αυτή την εντύπωση με μια ματιά στην ιστορία των εμβολιασμών: Εκτός από τη σχέση μεταξύ ατόμου και κράτους, οι εμβολιασμοί επηρεάζονται και από τη σχέση μεταξύ κέντρου και περιφέρειας. «Βλέπουμε τέτοιες συγκρούσεις ήδη από τον 19ο αιώνα. Γιατί ο εμβολιασμός συνδεόταν σχεδόν πάντα με τον προγραμματισμό της κεντρικής κυβέρνησης». Και αυτός ο παράγοντας μπορεί να διαδραματίζει ρόλο στην έντονη συσχέτιση μεταξύ του χαμηλού ποσοστού εμβολιασμού και των υψηλών εκλογικών αποτελεσμάτων του AfD, την οποία έχουν επισημάνει οι κοινωνικοί ερευνητές. Δεν είναι ασυνήθιστο η άρνηση εμβολιασμού να εκλαμβάνεται ως μια περαιτέρω δήλωση κατά της υποτιθέμενης «δικτατορίας Merkel», δηλώνει ο Thießen σε σχέση με τη Γερμανία.
Ο ιστορικός από το Münster δίδει και μια άλλη εξήγηση ως προς το γιατί το ποσοστό των εμβολιασμών είναι χαμηλότερο στις αγροτικές περιοχές: Στις μητροπόλεις που είναι παγκοσμίως δικτυωμένες και όπου οι άνθρωποι ζουν πιο κοντά, ο κίνδυνος εξάπλωσης επιδημιών είναι υψηλότερος -και κατ’ επέκταση και το αίσθημα κινδύνου του πληθυσμού. «Όμως το αίσθημα της απειλής διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στα ποσοστά των εμβολιασμών».
Αν μελετήσει κανείς τα διαφορετικά ποσοστά εμβολιασμού στη Γερμανία, εκτός από το σαφές χάσμα Ανατολής-Δύσης εντοπίζεται και ένα σαφές χάσμα Βορρά-Νότου που δεν υπάρχει στην υπόλοιπη Ευρώπη. «Στην περίπτωση της Βαυαρίας, τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού με εκπλήσσουν κάπως», λέει ο Malte Thießen. «Εκεί πραγματοποιήθηκε ο πρώτος υποχρεωτικός εμβολιασμός κατά της ευλογιάς στη Γερμανία το 1807». Τα χαμηλά ποσοστά στη Βάδη-Βυρτεμβέργη και τη Σαξονία, ωστόσο, δεν εκπλήσσουν τον ιστορικό. «Η Δρέσδη και η Στουτγάρδη αποτελούσαν ήδη από τον 19ο αιώνα τα κυριότερα κέντρα προβληματισμού σε σχέση με τους εμβολιασμούς». Από τα είκοσι πιο σημαντικά έργα των Γερμανών σκεπτικιστών του εμβολιασμού μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, περίπου τα 15 είχαν δημοσιευτεί σε μία από αυτές τις δύο πόλεις.
Οι Winkler και Thießen αναγνωρίζουν και μία ιστορική σύνδεση με τον Πιετισμό, ο οποίος εξακολουθεί να είναι ισχυρός σήμερα στη Σουηβία, αλλά και σε περιοχές όπως το Erzgebirge. Χαρακτηριστικό αυτής της μορφής ευσέβειας είναι ότι η αλήθεια της πίστης είναι αποσυνδεδεμένη από τον θεσμό της Εκκλησίας ακόμη πιο έντονα απ’ ό,τι συνήθως στον Προτεσταντισμό και κυρίως συνδέεται με την προσωπική εμπειρία του ατόμου. Η αντίληψη αυτή αρνείται το πλεονέκτημα της γνώσης των μορφωμένων αξιωματούχων και ακαδημαϊκών. Οι αντίπαλοι του εμβολιασμού τηρούν μια παρόμοια στάση, έστω και σε μια πιο εκκοσμικευμένη μορφή, αγνοώντας την τεχνογνωσία κορυφαίων επιδημιολόγων.
Ο Thießen παρατηρεί επίσης στη Γερμανία έναν σκεπτικισμό απέναντι στη φαρμακοβιομηχανία, ενώ και η ανάμνηση του εθνικοσοσιαλισμού συχνά μεταφέρεται στη συζήτηση για τα προϊόντα της. Αλλά κανένας από τους δύο ιστορικούς δεν θεωρεί πως διαμορφώνεται αρνητικό προηγούμενο των γερμανόφωνων περιοχών σε σχέση με τον εμβολιασμό. Από την ιστορική σκοπιά του εμβολίου, θα πρέπει να δει κανείς τις επιτυχίες, συμβουλεύει ο Thießen. «Είμαι απολύτως εντυπωσιασμένος με τα ποσοστά εμβολιασμού που επετεύχθησαν στην Ευρώπη. Παρ’ όλη την κατανοητή απογοήτευση, αυτός ο αριθμός εμβολιασμών δεν έχει προηγούμενο. Στη δεκαετία του 1960, γιόρταζαν στη Γερμανία την επίτευξη 1 εκ. εμβολιασμών κάθε χρόνο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.