Τρίτη 19 Απριλίου 2022

Handelsblatt: «Δοκιμασία για την Ευρώπη»

«Οι εκκλήσεις για εμπάργκο ολόκληρης της ΕΕ στο ρωσικό φυσικό αέριο αυξάνονται. Ο επικεφαλής της γερμανικής εταιρείας Ενέργειας Eon προειδοποιεί πως δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι συνέπειες»

Το πρωτοσέλιδο, κεντρικό ρεπορτάζ της συντάκτριας θεμάτων Οικονομίας Kathrin Witsch αναφέρει, μεταξύ άλλων:

Η εταιρεία παροχής Ενέργειας Eon προειδοποιεί για τις οικονομικές συνέπειες ενός εμπάργκο στις προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου. Αυτές είναι πιθανό να αποδειχθούν πιο σοβαρές για την Ευρώπη απ’ ό,τι συζητείτο μέχρι τώρα, δήλωσε ο επικεφαλής της Eon Leonhard Birnbaum σε συνέντευξή του στην Handelsblatt. «Εάν πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε να διασφαλίσουμε τις προμήθειες της Γερμανίας χωρίς να πρέπει ταυτόχρονα να ασχοληθούμε και με τις άλλες χώρες, τότε αυτό θα διχάσει την ΕΕ».

Λίγο πριν από την αναμενόμενη μεγάλη επίθεση από τα ρωσικά στρατεύματα στην Ανατολική Ουκρανία, οι εκκλήσεις για αυστηρότερες κυρώσεις αυξάνονται. Η εστίαση είναι στην ταχεία διακοπή των προμηθειών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στις αρχές Απριλίου η ΕΕ αποφάσισε να επιβάλει εμπάργκο στο ρωσικό λιθάνθρακα. Η Γερμανία καλύπτει περισσότερο από το 40% των αναγκών της σε φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Όμως και ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και η Ιταλία και η Αυστρία, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό αέριο που μεταφέρεται μέσω αγωγών.

Στο πολιτικό πεδίο αυξάνεται η πίεση στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση. Σε άρθρο γνώμης της στη Handelsblatt, το μέλος της Επιτροπής Σοφών για τη Γερμανική Οικονομία Veronika Grimm επανέλαβε την έκκληση για άμεσο μποϊκοτάζ των παραδόσεων φυσικού αερίου. Από την άλλη πλευρά, η Εργοδοτική Ένωση BDA και η Γερμανική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία προειδοποίησαν τη Δευτέρα για τους κινδύνους της απαγόρευσης εισαγωγών. Οι αρνητικές επιπτώσεις θα ήταν βαρύτερες για τη Γερμανία απ’ ό,τι για τη Ρωσία. Προκειμένου να εξασφαλίσει μεγαλύτερη ανεξαρτησία από το ρωσικό αέριο, ο ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών Christian Lindner εκταμίευσε το Σαββατοκύριακο 2,94 δις Ευρώ για την ενοικίαση τεσσάρων πλωτών τερματικών σταθμών LNG.

Η Grimm πιστεύει ότι είναι δυνατό να εξοικονομηθεί βραχυπρόθεσμα 15-25% της γερμανικής κατανάλωσης φυσικού αερίου μέσω της καλύτερης ενεργειακής απόδοσης. Εδώ και εβδομάδες μαίνεται διαμάχη μεταξύ των οικονομολόγων σχετικά με τις πιθανές συνέπειες ενός εμπάργκο φυσικού αερίου για τη Γερμανία. Στην εαρινή έκθεσή τους για την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, τα κορυφαία οικονομικά ερευνητικά ινστιτούτα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το γερμανικό ΑΕΠ θα αυξηθεί φέτος μόνο κατά 1,9%, εάν δεν υπάρξουν ρωσικές εισαγωγές ενέργειας και μάλιστα θα συρρικνωθεί κατά 2,3% το 2023. Το αποτέλεσμα θα ήταν ένα κατά συνολικά 220 δις Ευρώ μικρότερο ΑΕΠ. Τις απώλειες αυτές πολλοί τις θεωρούν πλέον διαχειρίσιμες, δεδομένου και του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία. Παρά τις κυρώσεις, 35 δις Ευρώ έχουν εισπραχθεί μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Ρωσία για πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα.

Οι ειδικοί του Γερμανικού Ινστιτούτου για την Οικονομική Έρευνα (DIW) θεωρούν εν τω μεταξύ ότι η Γερμανία προς το τέλος του έτους δεν θα χρειάζεται να εισάγει φυσικό αέριο από τη Ρωσία, χάρη στις μεγαλύτερες προμήθειες από κλασικές χώρες-προμηθευτές όπως η Νορβηγία ή η Ολλανδία, την αυξημένη χρήση των υπαρχόντων τερματικών σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου σε γειτονικές χώρες και άλλα μέτρα. Ακόμα κι έτσι, επισημαίνουν οι συντάκτες, η πρόσθετη προμήθεια δεν επαρκεί για να αντικαταστήσει όλες τις μέχρι τώρα εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Θα πρέπει να εξοικονομηθεί Ενέργεια, κυρίως στη βιομηχανία.

Επικριτές, όπως ο Birnbaum, παραπονούνται ότι οι περισσότερες αναλύσεις επικεντρώνονται αποκλειστικά στη Γερμανία. Εάν ολόκληρη η ΕΕ αποφασίσει εμπάργκο εις βάρος του φυσικού αερίου από τη Ρωσία, τα άλλα κράτη-μέλη θα πρέπει επίσης να ενισχύσουν σημαντικά τις εναλλακτικές επιλογές εισαγωγής φυσικού αερίου, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε δυσκολίες στην προμήθεια αερίου και σε δραστικές αυξήσεις τιμών. Σύμφωνα με τη Eurostat, από το ρωσικό αέριο εξαρτώνται ιδιαίτερα όχι μόνο η Γερμανία, αλλά και η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Ρουμανία, η Αυστρία και η Ιταλία.

Η Λετονία, η Εσθονία και η Λιθουανία εισάγουν εδώ και αρκετά χρόνια υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) με δεξαμενόπλοια και επιδιώκουν ήδη από ώρα την πλήρη απεξάρτησή τους από τη Ρωσία. Η Βουλγαρία και η Πολωνία έχουν επίσης καταστρώσει ένα παρόμοιο σχέδιο. Η Πολωνία δεν στρέφεται μόνο στο υγροποιημένο φυσικό αέριο, αλλά θέλει πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους να θέσει σε λειτουργία και τον αγωγό Baltic Pipe, ο οποίος θα της παρέχει απευθείας σύνδεση με τα νορβηγικά κοιτάσματα φυσικού αερίου.

«Δεν είναι ότι μόνο η Γερμανία θα βρισκόταν αντιμέτωπη με πολύ σοβαρές συνέπειες από ένα τέτοιο βήμα, και η Ευρώπη θα είχε τεράστιο πρόβλημα», προειδοποιεί ο επικεφαλής της Eon Birnbaum. «Όλα μας τα σχέδια έκτακτης ανάγκης έχουν εθνικό χαρακτήρα, αλλά εν προκειμένω μιλάμε για ευρωπαϊκή έλλειψη φυσικού αερίου».

Η εταιρεία με έδρα το Essen είναι ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με την RWE ή την EnBW, η Eon δεν έχει απευθείας συμβάσεις προμήθειας με τη Ρωσία και αγοράζει την Ενέργεια για τους πελάτες της στη χονδρική ή μέσω συμβάσεων με αντιπροσώπους, όπως η πρώην θυγατρική της Uniper. Ωστόσο, εάν ένας από τους συμβεβλημένους με την Eon σταματήσει να παρέχει φυσικό αέριο, δεν θα μπορεί πλέον και η ίδια να εξασφαλίσει στους πελάτες της επαρκή Ενέργεια. Η Eon κατέχει επίσης το 15% του αγωγού Nord Stream 1. Ο Birnbaum επιμένει στη συμμετοχή της εταιρείας του στον αγωγό. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Eon, χωρίς τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία, «ο ενεργειακός μας εφοδιασμός δεν θα είναι επαρκώς εξασφαλισμένος». Θα χρειαστούν τουλάχιστον τρία χρόνια για να ανεξαρτητοποιηθεί η Γερμανία από τη Ρωσία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.