Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

ARD: «Οι Στρατοί της Ευρώπης σε σύγκριση»

 «Οι Στρατοί της Ευρώπης σε σύγκριση: Το μέγεθος είναι και πάλι ζητούμενο»

«Για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλές χώρες της ΕΕ έκαναν Οικονομία στις αμυντικές δαπάνες. Όλα αυτά άλλαξαν με τον πόλεμο στην Ουκρανία -αυτό είναι εμφανές και στην Έκθεση Αμυντικού Υλικού στο Παρίσι. Τι γίνεται όμως με τους ευρωπαϊκούς Στρατούς; Και τι θα γίνει με τη Bundeswehr;»

Στις αίθουσες της Eurosatory στο βορειοανατολικό Παρίσι, σε μια από τις σημαντικότερες εκθέσεις αμυντικού υλικού στην Ευρώπη, συναντώνται κατασκευαστές όπλων και αγοραστές. 1.800 εκθέτες από δεκάδες χώρες έχουν προσέλθει στην έκθεση, μεταξύ αυτών και εκπρόσωποι από πολλά Υπουργεία Άμυνας. Γιατί οι σημερινές ανάγκες σε όπλα και πυρομαχικά και είναι μεγάλες και στην ΕΕ.

Σε επίπεδο προσωπικού, η Γαλλία έχει τον μεγαλύτερο στρατό στην ΕΕ -με περισσότερους από 200.000 ενεργούς στρατιώτες. Αυτό είναι το αποτέλεσμα του τρέχοντος υπολογισμού της Δεξαμενής Σκέψης International Institute for Strategic Studies (IISS). Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Γερμανία με 183.400 στρατιώτες.

Τα μικρά κράτη-μέλη της ΕΕ Μάλτα (1.700) και το Λουξεμβούργο (410) έχουν τους πιο αδύναμους Στρατούς. Η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση. Σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας, εκεί υπηρετούν μακράν οι περισσότεροι στρατιώτες: Το 1,34% των Ελλήνων είναι στο Στρατό. Συγκριτικά αναφέρεται ότι στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 0,23%.

Σύμφωνα με το IISS, η Ελλάδα προηγείται και σε ένα άλλο συμβατικό στατιστικό μέγεθος: Η χώρα διαθέτει τα περισσότερα «Main Battle Tanks» στην ΕΕ, δηλαδή βαρέα άρματα μάχης. Ωστόσο, πολλά από αυτά είναι ήδη παλαιότερα μοντέλα. Συνολικά, το Ινστιτούτο καταγράφει πάνω από 1.200 βαρέα άρματα μάχης στην Ελλάδα, την ώρα που στη Γερμανία υπάρχουν 284.

Σε μια εποχή που, για παράδειγμα, τα drones και η Τεχνητή Νοημοσύνη γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά, οι Στρατοί δεν μπορούν να συγκριθούν μόνο με βάση τη αριθμητική δύναμη των στρατευμάτων και τα τανκς, δηλώνει ο στρατιωτικός εμπειρογνώμονας Gustav Gressel από το European Council on Foreign Relations: Γιατί «δεν σημαίνει πως όλα όσα καταγράφονται χαρτί μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στο πεδίο της μάχης».

Ο Gressel μετρά επίσης την επιχειρησιακή ετοιμότητα των Στρατών με βάση το πόσο συγχρονισμένα μπορούν να δράσουν στο πεδίο της μάχης σε επίπεδο τεχνολογικής και ανθρώπινης αλληλεπίδρασης. Στην Bundeswehr, για παράδειγμα, υπάρχουν «κενά δυνατοτήτων» λόγω των τεχνολογικής φύσης προβλημάτων με το ραδιοεξοπλισμό και τα drones.

Ωστόσο, η Bundeswehr κερδίζει πόντους με την εκπαίδευσή της και την εμπειρία των αξιωματικών της. Συνολικά ο Gressel θεωρεί ότι η επιχειρησιακή ετοιμότητα της Bundeswehr κατατάσσεται «στο μέσο» της Ευρώπης.

Πάντως, σύμφωνα με τον Gressel, η Γερμανία δεν θα ήταν σε θέση να φροντίσει την Ασφάλεια της χωρίς το ΝΑΤΟ. Η χώρα-κλειδί στην ΕΕ είναι η Γαλλία, η μόνη χώρα της ΕΕ που διαθέτει πυρηνική βόμβα.

Αυτό που έχουν κοινό σχεδόν όλοι οι ευρωπαϊκοί Στρατοί τα τελευταία χρόνια είναι η εξοικονόμηση πόρων. Λίγες χώρες πληρούν τη συμφωνία στο ΝΑΤΟ για στρατιωτικές δαπάνες της τάξης του 2%.

Το 2020 η Ελλάδα ήταν στην κορυφή της ΕΕ, δαπανώντας το μεγαλύτερο μερίδιο με 2,6% του ΑΕΠ. Ακολουθεί η Λετονία με 2,5%. Η Γερμανία βρίσκεται στη 16η θέση, καθώς δαπάνησε μόλις το 1,1% του ΑΕΠ της. Η Μάλτα και η Ιρλανδία είχαν τις χαμηλότερες στρατιωτικές δαπάνες ως προς το ΑΕΠ τους.

Ο στρατιωτικός ειδικός Gressel θεωρεί ότι οι πολλαπλές δομές εντός της ΕΕ είναι αναποτελεσματικές. Ο προϋπολογισμός κάθε μικρού Στρατού στα κράτη-μέλη χρηματοδοτεί και τα έξοδα ενός Υπουργείου Άμυνας, μιας Σχολής Αξιωματικών και τη βασική συντήρηση του υλικοτεχνικού εξοπλισμού. Απομένουν πολύ λίγες δαπάνες για επενδύσεις σε Τάγματα Μάχης ή την Έρευνα.

Συνολικά, οι χώρες της ΕΕ επενδύουν περισσότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχουν αυξήσει τις δαπάνες τους για την Άμυνα κατά 20% σε σχέση με το 1999.

Στη διεθνή σύγκριση, όμως, αυτό δεν είναι πολύ. Οι ΗΠΑ αύξησαν τις επενδύσεις την ίδια περίοδο κατά 66%, η Ρωσία κατά 292% και η Κίνα κατά 592%.

Σε απόλυτους αριθμούς, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ξοδεύουν τα περισσότερα χρήματα για εξοπλισμούς: Σύμφωνα με το IISS, περίπου 754 δις Δολάρια ΗΠΑ δαπανήθηκαν πέρυσι -περίπου όσο και οι επόμενες 13 χώρες μαζί που ακολουθούσαν τις ΗΠΑ στην κατάταξη.

Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, η Γερμανία, όπως και άλλες χώρες της ΕΕ, ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει δισεκατομμύρια Ευρώ στον εκσυγχρονισμό του Στρατού της.

Η νέα ευρωπαϊκή προθυμία για επενδύσεις στον εξοπλισμό έχει ήδη διαφανεί στην έκθεση όπλων του Παρισιού, για παράδειγμα στον Όμιλο Rheinmetall από το Düsseldorf. Σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλό του Armin Papperger, η Rheinmetall έχει ήδη λάβει τις πρώτες παραγγελίες και σχεδιάζει να προσλάβει 3.500 υπαλλήλους. Ο Papperger δηλώνει πως μεγάλο μέρος των πολιτών στη Γερμανία έχει καταλάβει «ότι η Ασφάλεια δεν δίδεται δωρεάν». Παλαιότερα αυτή η σκέψη «παραμεριζόταν».

Στο Παρίσι, η Rheinmetall παρουσιάζει επίσης μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην έκθεση: Ένα νέο τεθωρακισμένο άρμα μάχης KF51, το «Panther». Είναι ο εκσυγχρονισμένος διάδοχος του «Leopard 2», το οποίο έχουν επανειλημμένα ζητήσει οι εκπρόσωποι της Ουκρανίας για τη μάχη κατά της Ρωσίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί, οι επενδύσεις σε εξοπλισμούς να κατευθύνονται μακροπρόθεσμα κυρίως στην Καινοτομία. Διαφορετικά «υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να καταστούμε ασήμαντοι», εκτιμά ο επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ Josep Borrell. Επιπλέον, τα εξοπλιστικά προγράμματα θα πρέπει «να συντονίζονται» και να αποκτώνται από κοινού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και όχι πλέον από κάθε χώρα ξεχωριστά.

Η Hannah Neumann, εκπρόσωπος των Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για θέματα Πολιτικής Ειρήνης, υποστηρίζει αυτήν την ιδέα. Ιδιαίτερα τα πυρομαχικά και τα όπλα που χρειάζονται επειγόντως θα πρέπει να κατανέμονται στην ΕΕ με στρατηγικά λογικό τρόπο και όχι να εξαντλούνται για τις επιδιώξεις μεμονωμένων κρατών-μελών. Ωστόσο, στην παρούσα κατάσταση βλέπει πολύ έντονο τον κίνδυνο να κοιτάζει κάθε κράτος-μέλος τις δικές του ανάγκες.

Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν να προκύψουν δύο προβλήματα ταυτόχρονα: Η Εξοπλιστική Βιομηχανία θα μπορούσε τελικά να επωφεληθεί περισσότερο από την Ασφάλεια της ΕΕ από τον μεγάλο ανταγωνισμό που έχει αναπτυχθεί στην αγορά της Άμυνας. Έτσι, οι οικονομικά ασθενέστερες χώρες δεν θα μπορούσαν πλέον να χρηματοδοτήσουν αγαθά που χρειάζονται επειγόντως.

Aνταπόκριση των δημοσιογράφων Tobias Dammers και Franziska Wellenzohn από το Στούντιο Βρυξελλών του ARD 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.