«Η Κίνα επιβάλλει τις ιδέες της περί παγκόσμιας τάξης πολύ πιο διακριτικά από τη Ρωσία μέσω μακροπρόθεσμων στρατηγικών όπως ο νέος Δρόμος του Μεταξιού, αλλά και μέσω των δικών της προτύπων. Θα έρθει η Δύση και πάλι αντιμέτωπη με τις εξαρτήσεις της;»
Ο ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομίας Robert Habeck λέει δικαίως ότι η Γερμανία πρέπει «να κόψει τον ομφάλιο λώρο» που τη συνδέει με τη Μόσχα. Η εξάρτηση από τη ρωσική Ενέργεια και κατ’ επέκταση και από την αυταρχική κυβέρνηση της χώρας ήταν ένα μεγάλο λάθος που έφερε τη Γερμανία σε δύσκολη θέση. Η επιθετικότητα της Ρωσίας, οι ηγεμονικές της φιλοδοξίες και η προσπάθειά της να αντιτάξει στο δυτικό μοντέλο τη δική της αντίληψη περί παγκόσμιας τάξης δεν μπορούν να παραβλεφθούν. Για να γίνει αυτό, η Μόσχα χρησιμοποιεί ένα εξουσιαστικό εργαλείο, το οποίο πολλά κράτη πίστευαν από καιρό ότι είναι παρωχημένο και τώρα μοιάζουν να το αντιμετωπίζουν με αμηχανία έως και αδυναμία: Την στρατιωτική ισχύ.
Εάν το εγχείρημα της Ρωσίας αποτύχει, τότε θα αποτύχει θεμελιωδώς, στρατιωτικά στο πεδίο της μάχης και οικονομικά επειδή θα έχει χάσει το σημαντικότερο πελάτη στη Δύση για το μοναδικό σημαντικό εξαγωγικό της αγαθό, την Ενέργεια. Πολιτικά και γεωστρατηγικά η Μόσχα είναι πιθανό να απομονωθεί περισσότερο, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ έχουν έρθει πιο κοντά και γίνονται ολοένα και πιο ελκυστικές για τις τρίτες χώρες. Σε κάθε περίπτωση, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: Εάν το Κρεμλίνο χάσει, κανείς δεν θα θελήσει να ακολουθήσει το αποτυχημένο του μοντέλο.
Εκτός από τη Ρωσία, μια άλλη πυρηνική δύναμη που δεν δίνει καμία σημασία στο Κράτος Δικαίου και τη Δημοκρατία, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, συμμετέχει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το Πεκίνο όμως ενεργεί πολύ πιο επιδέξια για να διεκδικήσει τα συμφέροντά του -και είναι πολύ πιο δυνατό. Σε επίπεδο αριθμών, οι κινεζικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι διπλάσιες από τις ρωσικές. Ωστόσο, ο Στρατός δεν είναι η πρώτη επιλογή για την άσκηση επιρροής. Αντίθετα, οι Κινέζοι χρησιμοποιούν πιο ευέλικτους και επιτυχημένους τρόπους, έχουν μηχανευτεί περίπλοκες μακροπρόθεσμες στρατηγικές που βασίζονται κυρίως στην οικονομική ισχύ.
Σε αυτόν το τομέα κανείς δεν μπορεί να αντιταχθεί στους Κινέζους, οι οποίοι μέσω της Παγκοσμιοποίησης έχουν επεκτείνει την εμβέλειά τους σε κάθε γωνιά του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της Δύσης. Με βάση την αγοραστική δύναμη, η Κίνα είναι εδώ και καιρό η μεγαλύτερη Οικονομία στον κόσμο, μπροστά από τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Με το ένα έβδομο του οικονομικού μεγέθους της Κίνας, η Ρωσία μοιάζει με νάνο.
Ενώ οι ροές αγαθών με την Άπω Ανατολή είναι διαφοροποιημένες, με τη Ρωσία επικεντρώνονται στην Ενέργεια. Μόλις η Ευρώπη ανεξαρτητοποιηθεί σε αυτόν τον τομέα, οι τελευταίες γέφυρες θα σπάσουν. Μεσοπρόθεσμα η Ευρώπη θα τα καταφέρει χωρίς τη Ρωσία, αλλά όχι χωρίς την Κίνα.
Η Κίνα έχει απλώσει τα πλοκάμια της στη Δύση. Η κεντρικά σχεδιασμένη Οικονομία έχει πάψει προ πολλού να υπάρχει, και έχει αντικατασταθεί από μια ελεγχόμενη Οικονομία της Αγοράς, στην οποία η ιδιωτική επιχειρηματικότητα μπορεί να αναπτυχθεί στο βαθμό που δεν εμποδίζει το Κομμουνιστικό Κόμμα και εφόσον ακολουθεί τα αναπτυξιακά τους δόγματα. Αυτό ισχύει και για τα δύο πιο σημαντικά μακροπρόθεσμα σχέδια επέκτασης στην Οικονομία, την Τεχνολογία και τις Υποδομές, την πρωτοβουλία «Made in China 2025» από το 2015 και τον νέο Δρόμο του Μεταξιού από το 2013, γνωστό και ως «Belt and Road» (BRI). Μέχρι το 2049, η Κίνα επιδιώκει να γίνει σταδιακά το «ηγετικό έθνος μεταξύ των βιομηχανικών δυνάμεων».
Αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί κυρίως μέσω στοχευμένων εξαγορών επιχειρήσεων στο εξωτερικό, το λεγόμενο «going out». Όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, οι κινεζικές συγχωνεύσεις και εξαγορές επικεντρώνονται στους κλάδους που έχουν θέσει ως προτεραιότητα, και αυτό συμβαίνει κυρίως σε χώρες που χαρακτηρίζονται από μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις με επιδόσεις στην Καινοτομία, όπως η Γερμανία.
Βέβαια, ακόμη και πριν από την πανδημία, η τάση για εξαγορές στο εξωτερικό είχε εξασθενήσει. Από τη μία πλευρά, αυτό οφειλόταν στην ευρωπαϊκή αντίσταση ενάντια στο ξεπούλημα σημαντικών επιχειρήσεων. Η ΕΕ έχει εκδώσει τον σχετικό Κανονισμό ελέγχου, η Γερμανία και άλλα κράτη-μέλη διαθέτουν πλέον αυστηρότερους κανόνες εξωτερικού εμπορίου. Ωστόσο, πολλοί Κινέζοι επενδυτές κλήθηκαν από τις Αρχές της χώρας τους να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Εκφράστηκαν ανησυχίες για υπερχρέωση, εκροή και διαρροή κεφαλαίων και γι’ αυτό απαγορεύτηκαν οι εξαγορές σε ανεπιθύμητους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων, των ξενοδοχείων και των αθλητικών συλλόγων. Παρόλα αυτά, τίποτα δεν έχει αλλάξει ως προς το στόχο της διεθνούς υπεροχής.
Η δυναμική της επέκτασης βασίζεται αφενός στην τεράστια εγχώρια αγορά, η οποία παρέχει τους απαραίτητους πόρους σε χρήματα, ανθρώπους και υλικά. Διασφαλίζει δε ότι το Εμπόριο της Κίνας θα συνεχίσει να επεκτείνεται, ότι η χώρα θα αποκτά πρόσβαση σε πρώτες ύλες, ότι θα μειώσει την πλεονάζουσα παραγωγική της ικανότητα και ότι συνολικά θα αυξήσει και θα διαφοροποιήσει τις σχέσεις της με τον κόσμο. Οι επικριτές κατηγορούν το Πεκίνο ότι μέσω της πρωτοβουλίας δημιουργεί εξαρτήσεις στην Αφρική και αλλού.
Είναι προφανές ότι η κινεζική ηγεσία επιδιώκει και πολιτικούς στόχους, τόσο γεωπολιτικούς όσο και στόχους σχετιζόμενους με την Πολιτική Ασφαλείας. Αυτές οι προθέσεις ταιριάζουν με τα οράματα περί «κινεζικού ονείρου» του κρατικού, κομματικού και στρατιωτικού ηγέτη Xi Jinping για τη «μεγάλη αναγέννηση του κινεζικού έθνους».
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλία για το Νέο Δρόμο του Μεταξιού, οι επιτυχίες της Κίνας εντοπίζονται κυρίως στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η στρατηγική έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική όταν οι αποδέκτες περνούν δύσκολες στιγμές, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και πιο πρόσφατα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το πιο γνωστό παράδειγμα στην ΕΕ είναι η ανάληψη της λειτουργίας του λιμανιού του Πειραιά. Έχουν ασφαλώς καταγραφεί και απογοητεύσεις, για παράδειγμα στις χώρες της Βαλτικής ή στην Τσεχία. Εντούτοις, η Λαϊκή Δημοκρατία έβαλε με επιτυχία το πόδι της στην περιοχή. Μέσω της λεγόμενης Συμμαχίας 16+1, η Κίνα αποκτά πρόσβαση στα Δυτικά Βαλκάνια, τα οποία πλήττονται από την απόρριψη της ΕΕ και ως εκ τούτου είναι ευάλωτα στα κελεύσματα του Πεκίνου. Από την άλλη πλευρά, η συνάντηση των δεκαεπτά αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων παρέχει στους Ασιάτες άμεση πρόσβαση στην ΕΕ.
Η σύνθεση της Συμμαχίας 16+1 αποτελεί μόνο ένα μέρος της επιρροής του Δρόμου του Μεταξιού. Εν τω μεταξύ είναι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη και την ΕΕ που ανήκουν στο BRI από αυτές που δεν συμμετέχουν. Το πόσο μακριά φτάνει η επιρροή της Κίνας μέσω αυτής της παράλληλης Διπλωματίας δεν είναι ξεκάθαρο. Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, ότι κράτη όπως η Ελλάδα, η Ουγγαρία και η Κροατία αποκλίνουν από την πλειοψηφική ευρωπαϊκή αντίληψη σε αμφιλεγόμενα ζητήματα που σχετίζονται με την Κίνα, για παράδειγμα τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τις συγκρούσεις για τα κυριαρχικά δικαιώματα στη θάλασσα, την οπισθοδρόμηση του Χονγκ Κονγκ ή την καταστολή στο Xinjiang.
Η Ευρώπη κοιμόταν εδώ και πάρα πολύ καιρό κάτω από σκιά του κινεζικού γίγαντα. Στη Δύση επικρατούσε αδιαφορία, τροφοδοτούμενη αφενός από την υποτιμητική στάση για τους υποτιθέμενους όψιμους και αντιγραφείς, και αφετέρου από την αφέλεια σε σχέση με τη δύναμη και τη θέληση των Κινέζων για ανέλιξη. Μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, ήταν αδιανόητο ότι ένα κομμουνιστικό καθεστώς θα μπορούσε να γίνει ισότιμος εταίρος ή ακόμα και ανώτερος αντίπαλος. Αλλά αυτό ακριβώς συνέβη.
Η οικονομική δυναμική της Κίνας συμβαδίζει με μια αυξανόμενη βούληση για τη διαμόρφωση της παγκόσμιας Πολιτικής. Αυτό έγινε φανερό όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump απομόνωσε τη χώρα του και έτσι έδωσε χώρο στο Πεκίνο. Παίρνοντας αποστάσεις από τους συμμάχους του στο Εμπόριο, στο Κλίμα ή στο Ιράν, ο Trump δημιούργησε ένα κενό που η Κίνα ήταν πρόθυμη να καλύψει.
Ελλείψει άλλων ηγετικών δυνάμεων, περιοχές του κόσμου αποδέχτηκαν τους Κινέζους σε αυτόν τον ρόλο και η αλλαγή φρουράς από την Ουάσιγκτον στο Πεκίνο έγινε ιδιαίτερα ελκυστική για φτωχότερες ή ασταθείς χώρες. Καμία άλλη περίοδο δεν είχαν προσχωρήσει τόσες πολλές χώρες στην Πρωτοβουλία του Δρόμου του Μεταξιού όσο επί διακυβέρνησης Trump.
Μια προσπάθεια της Κίνας να εδραιώσει την αντίληψή της για την παγκόσμια τάξη, η οποία δεν έγινε αντιληπτή μέχρι αργά στις βιομηχανικές χώρες, είναι ο καθορισμός των δικών της τεχνικών προτύπων. Τα πολλά έργα και οι σχέσεις κατά μήκος του Δρόμου του Μεταξιού αποτελούν εξαιρετικό υπέδαφος για να διαδοθούν αυτά τα νέα πρότυπα. Η πρόοδος της Κίνας στην τυποποίηση κάθε άλλο παρά ανιδιοτελής είναι, γιατί μια Οικονομία που θέτει πρότυπα έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στις χώρες που την ακολουθούν και σε σχέση με τους ανταγωνιστές που δεν πληρούν τις απαιτήσεις και για τους οποίους πολλές αγορές θα κλείσουν.
Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ βρίσκουν σιγά-σιγά απαντήσεις στο κινεζικό σχέδιο. Η ΕΕ επεχείρησε ένα μεγαλύτερο άνοιγμα στην Κίνα με τη νέα Επενδυτική Συμφωνία που συνήψε με το Πεκίνο. Το Πεκίνο όμως είναι σε θέση να επηρεάσει τους κανόνες της παγκόσμιας τάξης, καθώς η ΕΕ δεν έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει στην Κίνα το δικό της μοντέλο ελεύθερης αγοράς, οπότε υιοθετεί μέρος της κινεζικής πολιτικής αποκλεισμού των ξένων επενδύσεων.
Ωστόσο, υπάρχουν και εξελίξεις προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η Κίνα βλάπτει αυτή τη στιγμή σημαντικά τον εαυτό της στον οικονομικό πεδίο με τη δραστική πολιτική Lockdown που ακολουθεί -το πόσο μόνιμη είναι η ζημιά μένει να φανεί. Κάποιες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εγκατέλειψαν τη Συμμαχία 16+1. Στο μεταξύ, υπάρχει και αντίπαλο δέος στο Δρόμο του Μεταξιού. Στην Αμερική ονομάζεται «Bring Back Better World», στην ΕΕ «Global Gateway».
Η ανοιχτή σύγκρουση με τη Ρωσία θέτει το συστημικό ανταγωνισμό με την Κίνα στο περιθώριο. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η αντιμετώπιση του Πεκίνου θα είναι πιο δύσκολη αποστολή. Η ΕΕ θα μπορέσει κατά τη φράση του Habeck «να κόψει τον ομφάλιο λώρο» από τον σημαντικότερο εμπορικό της εταίρο, μόνο εάν αλλάξει πορεία εγκαίρως. Στο Πεκίνο η γερμανική Πολιτική και οι επιχειρήσεις επεχείρησαν αντί της «αλλαγής μέσω της προσέγγισης» την «αλλαγή μέσω του καλοπιάσματος». Μόνο που αυτός ο δρόμος έκανε την Κίνα τόσο δυνατή όσο είναι σήμερα, και απέτυχε με παρόμοια τραγικό τρόπο όπως και στην περίπτωση της Μόσχας. Όσοι δεν μπορούν να αλλάξουν το καθεστώς θα πρέπει να το αποφύγουν, ακόμα κι αν αυτό σημάνει απώλεια ευημερίας.
Frankfurter Allgemeine Zeitung - Christian Geinitz
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.