Σάββατο 27 Αυγούστου 2022

Handelsblatt: «Αλλαγή πορείας στην πολιτική της Γερμανίας έναντι της Κίνας»

Handelsblatt: «Το Υπουργείο Οικονομίας σχεδιάζει να αυστηροποιήσει τις εγγυήσεις για επενδύσεις δισεκατομμυρίων Ευρώ. Αυτό θα έχει σημαντικές συνέπειες για τις γερμανικές επιχειρήσεις»

Το ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας σχεδιάζει εδώ και εβδομάδες αλλαγή πλεύσης στην πολιτική έναντι της Κίνας. Σύμφωνα με δηλώσεις πολλών υψηλόβαθμων στελεχών της κυβέρνησης στη Handelsblatt, οι συνεργάτες του Υπουργού Οικονομίας Robert Habeck προτίθενται να αυστηροποιήσουν σημαντικά τους κανόνες για τις κρατικές εγγυήσεις σε περιπτώσεις γερμανικών επιχειρήσεων που επενδύουν στο εξωτερικό. «Πρέπει να κάνουμε κάτι για να σταματήσουμε τη διόγκωση των κινδύνων που συνδέονται με την Κίνα», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου.

Ο λόγος για την αλλαγή πλεύσης είναι η αυξανόμενη εξάρτηση των γερμανικών επιχειρήσεων από την κινεζική αγορά σε μια περίοδο αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν ένα «καμπανάκι» για τη γερμανική κυβέρνηση σε σχέση με την πολιτική της έναντι της Κίνας. Στην περίπτωση της Κίνας η οικονομική διάσταση είναι πολύ μεγαλύτερη, καθώς η Γερμανία δεν εξαρτάται από σχεδόν καμία άλλη Οικονομία στον κόσμο όσο από την κινεζική. Η ανάπτυξη της Γερμανίας την τελευταία δεκαετία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη σχεδόν ακόρεστη πείνα της Κίνας για μηχανήματα, χημικά προϊόντα και αυτοκίνητα «Made in Germany». Το 2021, η Κίνα ήταν ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας για έκτη συνεχόμενη χρονιά. Γι’ αυτό και η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση εργάζεται εντατικά επί του σεναρίου αντιμετώπισης μιας στρατιωτικής σύγκρουσης στην Ταϊβάν που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυστηρές κυρώσεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα έπλητταν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις. Σε περίπτωση αποσύνδεσης από την κινεζική Οικονομία, οι επιπτώσεις θα ήταν ανυπολόγιστες. «Η Γερμανία θα μπορούσε να παρασυρθεί από την οικονομική εξαθλίωση μεμονωμένων επιχειρήσεων», προειδοποιεί κυβερνητικός αξιωματούχος.

Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση θεωρεί ότι είναι υποχρεωμένη να παρέμβει, καθώς ο γερμανικός επιχειρηματικός κόσμος ισχυρίζεται ότι δεν εξαρτάται πλέον από μεμονωμένες χώρες, αλλά συχνά ενεργεί προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι οικονομικοί δεσμοί με την Κίνα γίνονται ολοένα και πιο στενοί. Για παράδειγμα, η BASF μόλις ενέκρινε την κατασκευή δεύτερου χημικού εργοστασίου στην Κίνα κόστους 10 δις Ευρώ, ενώ και η Aldi και η BMW πραγματοποιούν μεγάλες επενδύσεις στη χώρα. Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2022, οι γερμανικές επιχειρήσεις επένδυσαν περίπου 10 δις Ευρώ στην Κίνα. Αυτό αποτελεί μακράν ρεκόρ για τις άμεσες γερμανικές επενδύσεις προς την Κίνα, δήλωσε ο Jürgen Matthes από το Ινστιτούτο για τη Γερμανική Οικονομία (IW).

Όταν ρωτήθηκε για τη μεγάλη εξάρτηση της γερμανικής Οικονομίας από την Κίνα, ο Καγκελάριος Olaf Scholz δήλωσε κατά την καλοκαιρινή του συνέντευξη Τύπου ότι «το να μην βάζει κανείς όλα τα αυγά του σε ένα καλάθι είναι ένα βασικό μάθημα που ακούνε ορισμένοι στο τρίτο εξάμηνο της Διοίκησης Επιχειρήσεων, αλλά μετά προφανώς κάποιες φορές το ξεχνούν». Αυτό ισχύει τόσο για τις εισαγωγές, δηλαδή τις αλυσίδες εφοδιασμού, όσο και για τις εξαγωγές. Ο Scholz εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ο γερμανικός επιχειρηματικός κόσμος έχει εδώ και πολύ καιρό λάβει τις αποφάσεις του σε σχέση με τη διαφοροποίηση. «Και θα τους υποστηρίξουμε σε αυτό», είπε ο Καγκελάριος. Ωστόσο, η γερμανική κυβέρνηση δεν εξετάζει μόνο υποστηρικτικά μέτρα, αλλά και νέους κανόνες για τη γερμανική Οικονομία που θα δυσκολεύουν τις επενδύσεις στην Κίνα.

Μέχρι τώρα τα πράγματα γίνονταν ως εξής: Οι γερμανικές επιχειρήσεις επένδυαν στο εξωτερικό και αποζημιώνονταν από το κράτος για μέρος των πιθανών ζημιών τους. Το Υπουργείο Οικονομίας θέλει πλέον να περιορίσει αυτές τις εγγυήσεις. Το σκεπτικό: Τα ανώτατα όρια θα εμποδίσουν να γίνει πολύ μεγάλη η οικονομική εξάρτηση μεμονωμένων τομέων και επιχειρήσεων από μια χώρα. Ταυτόχρονα, οι κίνδυνοι για τους φορολογούμενους θα μειώνονταν, αφού αυτοί θα καλούνταν να πληρώσουν, εάν οι γερμανικές επιχειρήσεις αναγκαστούν να ξεγράψουν τις επενδύσεις τους στην Κίνα. Το μέτρο δεν θα επηρεάσει μόνο τις νέες επενδυτικές εγγυήσεις, αλλά και τις υφιστάμενες, καθώς ανά τακτά χρονικά διαστήματα κάποιων ετών θα πρέπει να παρατείνονται, επισημαίνεται από το Υπουργείο Οικονομίας. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση έχει δώσει μέχρι στιγμής εγγυήσεις ύψους 29,1 δις Ευρώ, 11,3 δις Ευρώ εκ των οποίων αφορούν επενδύσεις στην Κίνα.

Όμως τα σχέδια των συνεργατών του Habeck προχωρούν ακόμη περισσότερο. Σύμφωνα με πληροφορίες της Handelsblatt, συζητείται η ιδέα της δημιουργίας ενός εργαλείου για τον έλεγχο των επενδύσεων στο εξωτερικό, ανάλογου με μια σχεδιαζόμενη νέα ρύθμιση στις ΗΠΑ. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού υπάρχει πολιτική συμφωνία μεταξύ των κομμάτων για τη θέσπιση υποχρέωσης υποβολής δήλωσης από μέρους των αμερικανικών επιχειρήσεων που επενδύουν σε κρίσιμους τομείς στην Κίνα, θέλουν να εγκαινιάσουν νέες εγκαταστάσεις εκεί ή να συνάψουν κοινοπραξίες με Κινέζους εταίρους. Το «National Critical Competency Defense Act» συντάχθηκε από κοινού από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους. Στον Πρόεδρο των ΗΠΑ θα δοθεί μάλιστα σε περίπτωση αμφιβολίας η δυνατότητα απαγόρευσης επενδύσεων στο εξωτερικό. Στο γερμανικό Υπουργείο Οικονομίας, ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη συναίνεση ως προς το εάν απαιτείται ένα τέτοιο εργαλείο. Μέχρι τώρα, πάντως, το Υπουργείο Οικονομίας ήταν σε θέση να απαγορεύσει μόνο τις κινεζικές επενδύσεις στη Γερμανία.

Η νέα σχέση μεταξύ Πεκίνου και Βερολίνου είναι ήδη εμφανής στη Συμφωνία Συγκρότησης του Κυβερνητικού Συνασπισμού. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση εργάζεται επί δύο στρατηγικών που έχουν σχεδιαστεί για να αντικατοπτρίζουν αυτή τη νέα σχέση: Πρόκειται για τη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας και τη Στρατηγική έναντι της Κίνας. Στο πλαίσιο αυτών των στρατηγικών, το ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας προτίθεται να αναδιοργανώσει το σύστημα προώθησης του Εξωτερικού Εμπορίου -κατά προτίμηση το συντομότερο δυνατό. Όμως η Καγκελαρία και το Υπουργείο Οικονομικών πατούν φρένο.

Η σύγκρουση ρίχνει φως και στους διαφορετικούς πόλους εντός της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης όσον αφορά την πολιτική για την Κίνα. Από τη μία πλευρά υπάρχει το Υπουργείο Οικονομίας και το Υπουργείο Εξωτερικών με Υπουργούς προερχόμενους από τους Πρασίνους, οι οποίοι θέλουν να τηρηθεί πιο σκληρή στάση έναντι της Κίνας. Από την άλλη πλευρά βρίσκεται η Καγκελαρία, η οποία επιθυμεί μεν αλλαγή πολιτικής έναντι της Κίνας, αλλά προειδοποιεί να μη γίνουν βιαστικά βήματα.

Στην Καγκελαρία και στο Υπουργείο Οικονομικών επισημαίνουν τους κινδύνους μιας νέας εξωτερικής Εμπορικής Πολιτικής, όπως αυτής που έχει στο μυαλό του ο Habeck. Για παράδειγμα, τα ανώτατα όρια για τις εγγυήσεις επενδύσεων θα μπορούσαν να προκαλέσουν επιπλέον αβεβαιότητα στη γερμανική Οικονομία. Η εισαγωγή επενδυτικών ελέγχων θα μπορούσε, με τη σειρά της, να οδηγήσει σε σημαντικό εκνευρισμό από μέρους της Κίνας. Ο γερμανικός επιχειρηματικός κόσμος έχει παρόμοια άποψη.

Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση καταβάλλει ήδη μεγάλες προσπάθειες για να ελέγξει την ενεργειακή κρίση, να γίνει λιγότερο εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο και να περάσει τον χειμώνα σχετικά αλώβητη χωρίς να προκαλέσει ελλείψεις στην Ενέργεια, λέει κυβερνητικός αξιωματούχος. «Σε κάθε περίπτωση, έχουμε ακόμα πολλά να συζητήσουμε».

Αλλά και ο επιχειρηματικός κόσμος προειδοποιεί. Ένας υψηλόβαθμος εκπρόσωπος του κλάδου δήλωσε: «Άκουσα για το σχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας. Αλλά το timing τώρα κάθε άλλο παρά λογικό είναι».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.