Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2020

FAZ: «Εντάσεις στο Αιγαίο: Η Αθήνα απαιτεί την αποχώρηση όλων των τουρκικών πλοίων»

«Μόνο τότε θα είναι δυνατόν να υπάρξουν διαπραγματεύσεις για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι συζητήσεις θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Ο Γενικός Γραμματέας Stoltenberg τάσσεται υπέρ των "τεχνικών συζητήσεων"»Το ρεπορτάζ των ανταποκριτών της Frankfurter Allgemeine Zeitung στις Βρυξέλλες και τη Βιέννη, Thomas Gutschker
και Michael Martens αντίστοιχα, αναφέρει, μεταξύ άλλων:

Η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να ξεκινήσει συνομιλίες με την Τουρκία για την αποκλιμάκωση της τεταμένης κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο, προτού η Άγκυρα αποσύρει όλα τα τουρκικά πλοία από θαλάσσιες περιοχές που αξιώνει η Αθήνα. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση αντιτίθεται στη δήλωση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg, ο οποίος ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν σε τεχνικές συνομιλίες για την αποφυγή συγκρούσεων. Ελληνικά ΜΜΕ μετέδιδαν την Παρασκευή, επικαλούμενα μη κατονομαζόμενη πηγή της κυβέρνησης στην Αθήνα, ότι «έχει καταγραφεί» η πρόθεση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ να επεξεργαστεί εντός της Συμμαχίας μηχανισμούς αποκλιμάκωσης, αλλά αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο εάν όλα τα τουρκικά πλοία αποσυρθούν αμέσως από την ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Ο Stoltenberg ανακοίνωσε την Πέμπτη το απόγευμα ότι η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν «να πραγματοποιήσουν τεχνικές συνομιλίες στο ΝΑΤΟ, προκειμένου να δημιουργηθούν μηχανισμοί αποφυγής στρατιωτικών συγκρούσεων και να μειωθεί ο κίνδυνος επεισοδίων και ατυχημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο». Αναφέρθηκε μάλιστα σε «συνομιλίες με τους ηγέτες» και των δύο χωρών. Ο Stoltenberg καταβάλλει εντατικές προσπάθειες από την προηγούμενη εβδομάδα για την εξομάλυνση των διαφορών. Στη συνάντηση των Υπουργών Άμυνας της ΕΕ στο Βερολίνο δήλωσε ότι βρίσκεται σε συνεχή επαφή και με τις δύο πλευρές. Στο πλαίσιο αυτό διεξήγαγε συνομιλίες και με την Καγκελάριο Angela Merkel, η οποία με τη σειρά της συμμετείχε σε διπλωματικές προσπάθειες. Και η Ουάσιγκτον διαδραμάτισε ως προς αυτό ρόλο. Ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Mike Pompeo κάλεσε τους δύο συμμάχους στο ΝΑΤΟ «να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, να μειώσουν τις εντάσεις και να ξεκινήσουν διπλωματικές συνομιλίες».

Αποτελεί δεδηλωμένο στόχο των Ευρωπαίων και διεθνών διαμεσολαβητών να αποσύρουν η Αθήνα και η Άγκυρα τα πολεμικά τους πλοία από τις επίμαχες θαλάσσιες περιοχές. Ωστόσο, δεν μπορεί να συναχθεί από την ανακοίνωση του Stoltenberg την Πέμπτη ότι έχει επιτευχθεί συναίνεση σε σχέση με την ελληνική προϋπόθεση για αποχώρηση της Τουρκίας από την περιοχή. Η αναφερθείσα από τον ίδιο «αποφυγή στρατιωτικών συγκρούσεων» αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι δρώντες στην ίδια περιοχή θα προειδοποιούν ο ένας τον άλλον ή θα αποφεύγουν ο ένας τον άλλον, προκειμένου να μην υπάρξουν συγκρούσεις. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα εγκαταλείπουν την περιοχή.

Η διαμεσολαβητική αποστολή του Stoltenberg διακόπτει τη μέχρι τώρα πολιτική της Συμμαχίας. Η διαμάχη μεταξύ της Άγκυρας και της Αθήνας χαρακτηριζόταν σταθερά στο παρελθόν από το ΝΑΤΟ ως διμερές ζήτημα που δεν παίζει κανένα ρόλο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, αυτή η στάση έφτασε στα όριά της τον Ιούνιο, όταν γαλλική φρεγάτα υπό τη διοίκηση του ΝΑΤΟ σχεδόν ενεπλάκη σε μάχη με δύο τουρκικά πολεμικά πλοία, τα οποία συνόδευαν φορτηγό-πλοίο που μετέφερε όπλα στη Λιβύη. Στη συνέχεια, το Παρίσι ζήτησε διερεύνηση του συμβάντος από τις Επιτροπές του ΝΑΤΟ, και έτσι η Συμμαχία δεν μπορούσε πλέον να κάνει πως δεν κοιτάζει.

Στη δήλωσή του την Πέμπτη, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ παρέπεμψε στο ότι η Συμμαχία είναι «μια σημαντική πλατφόρμα για διαβουλεύσεις για όλα τα ζητήματα που αφορούν την κοινή μας ασφάλεια». Με αυτόν τον τρόπο αναφέρθηκε σε μια συζήτηση που διεξάγεται εντός της Συμμαχίας εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα και ξεκίνησε από τη Γερμανία. Σε αντίδραση στη συνέντευξη του Γάλλου Προέδρου Emmanuel Macron, ο οποίος είχε κάνει λόγο περί «εγκεφαλικού θανάτου» του ΝΑΤΟ, το Βερολίνο επέμεινε στην ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου εντός της Συμμαχίας. Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων, η οποία συνεδριάζει υπό την προεδρία του πρώην Υπουργού Άμυνας της Γερμανίας Thomas de Maizière, θα επεξεργαστεί τις σχετικές προτάσεις.

Εν τω μεταξύ, η Ελλάδα σχεδιάζει να αυξήσει σημαντικά τον αμυντικό της προϋπολογισμό. Η μακροχρόνια ελληνική συζήτηση επί του θέματος έλαβε πιο σαφή μορφή, αφότου ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη τη Δευτέρα ότι υπάρχει η διάθεση να χρησιμοποιηθεί το οικονομικό «μαξιλάρι» που άφησε η κυβέρνηση του πρώην Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, προκειμένου η χώρα να εξασφαλίσει κάποια ηρεμία από τις χρηματαγορές. Ο Σταϊκούρας δεν ανέφερε συγκεκριμένο ποσό, καθώς αυτό θα εξαρτηθεί από τις συνομιλίες μεταξύ κυβέρνησης και στρατού. Σημείωσε, όμως, ότι η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών θα πρέπει «εάν είναι δυνατόν» να ξεκινήσει κατά το τρέχον οικονομικό έτος. Σύμφωνα με δηλώσεις κυβερνητικών πηγών που δεν κατονομάζονται, συζητείται μεταξύ άλλων η απόκτηση γαλλικών φρεγατών και μαχητικών αεροσκαφών Rafale. Ο Υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης δήλωσε ότι υπάρχει ένα «μενού» για την αγορά νέων και τον εκσυγχρονισμό υπαρχόντων οπλικών συστημάτων εντός του δεδομένου οικονομικού περιθωρίου. Η κυβέρνηση δεν σχολίασε επισήμως το ποσόν των επιπλέον δαπανών, ύψους 1,5 δις Ευρώ μόνο για φέτος, το οποίο αναφέρεται από ελληνικά ΜΜΕ.

Ωστόσο, η Ελλάδα δαπανά εδώ και πολλά χρόνια με βάση το ΑΕΠ της περισσότερα για την άμυνα απ’ ό,τι η πλειοψηφία των χωρών του ΝΑΤΟ. Συγκαταλέγεται στις λίγες χώρες που ξεπερνά σταθερά τον στόχο που τέθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2014 στην Ουαλία, δηλαδή το να δίδεται το 2% του ΑΕΠ για την Άμυνα. Έτσι, οι αμυντικές δαπάνες το 2009, τελευταίο χρόνο πριν από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, ήταν 3,3% του τότε ΑΕΠ. Τα επόμενα χρόνια το μερίδιο μειώθηκε (με το ΑΕΠ ταυτόχρονα να συρρικνώνεται), αλλά ποτέ δεν έπεσε κάτω από το 2%, ακόμη και στις πιο σκληρές εποχές κρίσης. Κατά μέσο όρο, οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες κυμαίνονταν κατά τη δεκαετία μεταξύ 2008 και 2018 σε 2,51% και ήταν έτσι πολύ υψηλότερες από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών που συμμετέχουν στο ΝΑΤΟ.

Ο λόγος ή η δικαιολογία για τις υψηλές στρατιωτικές δαπάνες είναι διαχρονικά η διαμάχη με την Τουρκία, η οποία σοβεί εδώ και δεκαετίες. Αλλά και η τρέχουσα κλιμάκωση είναι κάθε άλλο παρά νέα. Έτσι, το 1976 έλαβαν χώρα παρόμοιες σκηνές σε μία παρόμοια κατάσταση: Εκείνη την εποχή ήταν τα κοιτάσματα πετρελαίου που ανακαλύφθηκαν στο Αιγαίο στα ανοικτά της Θάσου που έφεραν τις δύο χώρες του ΝΑΤΟ στα πρόθυρα πολέμου. Η Τουρκία είχε στείλει ένα ερευνητικό πλοίο στο Αιγαίο, το οποίο, κατά την αντίληψη της Αθήνας, εισήλθε σε ελληνικά ύδατα. Ο τότε Τούρκος επικεφαλής της κυβέρνησης Süleyman Demirel αντιμετώπισε τις ελληνικές κατηγορίες με τα ίδια επιχειρήματα που προβάλλει ο σημερινός αρχηγός του κράτους Tayyip Erdogan: Το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη, αλλά αποτελεί «ειδική περίπτωση», γι’ αυτό και επιτρέπεται στην Τουρκία να διεξάγει κάθε είδους έρευνες εκεί. Η ίδια αντίθετη ερμηνεία οδηγεί σε παρόμοιες συγκρούσεις σχεδόν 45 χρόνια αργότερα, μόνο που αυτή τη φορά πρόσχημα δεν είναι το πετρέλαιο, αλλά τα κοιτάσματα φυσικού αερίου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.