«Η ελληνική πόλη-λιμάνι είναι ένας τόπος που σε προσκαλεί να τον επισκεφθείς. Η παραλία δεν είναι μακριά, οι ταβέρνες καλές – και υπάρχουν μουσεία με εκπλήξεις για να τα ανακαλύψεις. Μια περιήγηση»
Στο άρθρο του επικεφαλής της πολιτιστικής σύνταξης Rüdiger Schaper αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Η οδός Νίκης είναι κλειστή, κάμερες τοποθετούνται και στις δύο πλευρές του δρόμου είναι παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ασφαλώς, αυτό έχει σχέση με το φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, που λαμβάνει χώρα εκεί αυτή την περίοδο. Αργότερα, διαπιστώνεται ότι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, κοντά στον Λευκό Πύργο, το έμβλημα της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Ελλάδας, γυρίζεται μια περιπέτεια με τον Antonio Banderas: „The Enforcer“. Η ταινία διαδραματίζεται στο Μαϊάμι. Η μητρόπολη της Βορείου Ελλάδας προσφέρει το σκηνικό και γίνεται μια Fake-Florida, λόγω της καλής υποδομής και του χαμηλού κόστους παραγωγής.
Έτσι είναι τις περισσότερες φορές στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη με την ωραιότερη πλατεία της πόλης, την Πλατεία Αριστοτέλους, που εκτείνεται αμφιθεατρικά μέχρι τη θάλασσα, επισκιάζεται από την Αθήνα. Αυτό όμως μπορεί να αποτελεί και πλεονέκτημα. Η φιλικότητα, η χαλαρή ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης σε προσκαλούν επανειλημμένα να σταματήσεις εκεί. Εστιατόρια, ταβέρνες, καφετέριες είναι μονίμως καλές και με συμφέρουσες τιμές.
Πρόκειται για μια άλλη Ελλάδα, βαλκανο-ρωμαιο-βυζαντινή, που διαφέρει πολύ από το Νότο με τους ναούς και τα λευκά χωριά και όσα απέμειναν από την αρχαιότητα. Οι τουρίστες στα τρία ‘πόδια’ της Χαλκιδικής προέρχονται φέτος κυρίως από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Η κατάσταση όσον αφορά τον Covid ήταν τον Ιούνιο κι ακόμα στις αρχές Ιουλίου ελεγχόμενα χαλαρή.
Η Θεσσαλονίκη δεν θεωρείται απαραίτητα πόλη των μουσείων. Κι όμως: Δύο μέρες δεν φτάνουν για να δει κανείς τις συλλογές και τις εκθέσεις, αρχίζοντας από το λιμάνι με το Μουσείο Φωτογραφίας και δίπλα το Μουσείο Κιν/φου στο λιμάνι. Ακόμα και το Εβραϊκό Μουσείο, που κτίστηκε το 2001 και στεγάζεται σε ένα πρώην τραπεζικό κατάστημα, δεν μοιάζει μεγάλο. Πιο σκληρά χτυπά τον επισκέπτη η ιστορία.
Η γερμανική Κατοχή έστειλε από εδώ σε τρένα 44.000 Εβραίους στο Auschwitz-Birkenau. Σχεδόν το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης δολοφονήθηκε, ενώ επί αιώνες υπό οθωμανική κατοχή είχε συνδιαμορφώσει τον πολιτισμό της πόλης. Το όνομα της Αγοράς Μοδιάνο, που ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1920 και δεν την προσπερνά κανένας τουρίστας χωρίς να ξαναγυρίσει για λίγο εκεί, θυμίζει μια κάποτε σημαντικής επιρροής εβραϊκή οικογένεια.
Δεν μπορεί να πει κανείς ότι αυτή η πόλη μεγαλουργεί με τους θησαυρούς της. Το Αρχαιολογικό Μουσείο στεγάζεται σε ένα ελαφρώς μπρουταλιστικό επίπεδο κτίσμα και μια σύγκριση με το Εθνικό Μουσείο Αθηνών δεν θα οδηγούσε πουθενά.
Εδώ όμως συναντά κανείς τον λεγόμενο χρυσό των Μακεδόνων, αδιανόητα λεπτοκαμωμένα στολίδια για τα χέρια, το κεφάλι και το στήθος. Υπάρχει μια προτομή του Μ. Αλεξάνδρου, καθόλου στρατιωτική, με μπουκλωτή κόμη, σχεδόν κοριτσίστικη. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, η Θεσσαλονίκη επεκτάθηκε οικοδομικά και έγινε η μεγαλούπολη που παρέμεινε πάντα – κεντρικό μέρος στην Εγνατία, την Οδό που ένωνε τις ακτές της Αδριατικής με την Κων/πολη…
Στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, ένα αναπαλαιωμένο μοναστήρι βόρεια έξω από το κέντρο της πόλης, στεγάστηκε η συλλογή του Γεωργίου Κωστάκη, ενός από τους σημαντικότερους συλλέκτες έργων τέχνης, που σχεδόν μόνος του διέσωσε τη ρωσική Avantgarde.
Πριν από 20 χρόνια περίπου η συλλογή Κωστάκη φιλοξενήθηκε στο Martin-Gropius-Bau του Βερολίνου. Στη Θεσσαλονίκη έκανε τώρα εγκαίνια μια έκθεση αφιερωμένη στον Iwan Kljun.
Στη χαλαρή ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης δεν ‘φορτώνεσαι’ με μια μεγάλη περιήγηση σε μουσεία. Αλλά όποιος δεν την κάνει, θα θυμώσει πολύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.