DIE WELT: «Η κρίση του ελαιολάδου είναι μόνο η αρχή. Τώρα ελλοχεύει η απειλή ενός μεγάλου κλιματικού πληθωρισμού»
Οι Stefan Beutelsbacher και Anja Ettel εξηγούν πως η παρατεταμένη ξηρασία και η προσβολή ελαιόδενδρων από μύκητες έχουν προκαλέσει δραματική μείωση της παραγωγής ελαιόλαδου με αποτέλεσμα την άνοδο της τιμής του, κάτι που ενδεχομένως να συμβεί και με άλλα τρόφιμα λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή.
Κάνοντας αναφορά στην αποκάλυψη στην Ιταλία κυκλώματος που προωθούσε στην αγορά νοθευμένο ελαιόλαδο με την ένδειξη του εξαιρετικού παρθένου, επισημαίνουν ότι κατόπιν της εκτίναξης των τιμών του ελαιόλαδου -λόγω της δραματικής μείωσης της παραγωγής στις κύριες χώρες παραγωγής, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα- εμφανίζονται όλο και συχνότερα τέτοιου είδους σκάνδαλα. Εκτός αυτού, υπάρχουν και πολιτικές συνέπειες της κρίσης του ελαιόλαδου, επισημαίνουν οι συντάκτες προσθέτοντας: Στην Ισπανία, όπου κατά μέσο όρο κάθε πολίτης καταναλώνει 12 λίτρα ετησίως, η κυβέρνηση έχει αναστείλει μέχρι το φθινόπωρο τον ΦΠΑ στο ελαιόλαδο. Στην Ελλάδα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση διαφωνούν για τις συνέπειες του πληθωρισμού.
Οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των ακραίων φαινομένων που τη συνοδεύουν αναμένεται να πλήξουν και άλλα αγροτικά προϊόντα σε παγκόσμια κλίμακα με αποτέλεσμα την ραγδαία άνοδο των τιμών και τον λεγόμενο «κλιματικό πληθωρισμό», δηλαδή τον πληθωρισμό που οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ινστιτούτου του Potsdam για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ο πληθωρισμός των τροφίμων μπορεί να αυξάνεται ετησίως μέχρι το 2035 κατά 3,2%, κάτι που θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση του συνολικού πληθωρισμού κατά 1,2% ετησίως. Το θέμα απασχολεί ιδιαίτερα την ΕΚΤ που είναι υπεύθυνη για τη νομισματική πολιτική των κρατών του ευρώ, και γι αυτό τον λόγο υπάρχει εδώ και μία τριετία ειδική ομάδα –υπό την άμεση εποπτεία της Προέδρου Christine Lagarde- που ασχολείται με τη συνάρτηση της κλιματικής αλλαγής με την εξέλιξη των τιμών, την οικονομική ανάπτυξη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Μερίδα οικονομολόγων, από την άλλη πλευρά, εκτιμά ότι δεν πρέπει μια Κεντρική Τράπεζα να συναρτά τη νομισματική της πολιτική με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς, όπως επί παραδείγματι προειδοποιεί ο William Ginn από το Πανεπιστήμιο του Coburg «εάν οι Κεντρικές Τράπεζες αντιδράσουν σε ασταθείς κλυδωνισμούς στις τιμές των τροφίμων, υπάρχει κίνδυνος να γίνει ασταθής και η νομισματική τους πολιτική».
Στο μέτρο που η υπερθέρμανση του πλανήτη οδηγεί σε όλο και περισσότερα προβλήματα στις αγροτικές καλλιέργειες, ενδεχομένως να πρέπει το ζήτημα να αντιμετωπιστεί σε άλλη βάση, με την ενεργοποίηση και της ΕΕ που μέχρι στιγμής έχει ανταποκριθεί στο πρόβλημα με την παροχή οικονομικής βοήθειας προς τους παραγωγούς, αλλά ίσως να πρέπει να πρέπει να προβεί σε άλλες τακτικές, όπως η προώθηση τεχνολογιών για αποτελεσματικότερη άρδευση και προστασία των οικοσυστημάτων ή η ενίσχυση της παραγωγής αγροτικών προϊόντων που απαιτούν λιγότερο νερό και έχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στις υψηλές θερμοκρασίες όπως προτείνει και ο εμπειρογνώμονας Götz Reichert από το Centrum für Europäische Politik.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.