Tης Χρύσας Αράπογλου
Όσοι αρνούνται την έννοια της γυναικοκτονίας ως ξεχωριστό νομικό ορισμό και διακριτό ποινικό αδίκημα, επικαλούμενοι την κοινή ανθρώπινη ιδιότητα των φύλων, μου θυμίζουν τη διαφήμιση που κυκλοφορεί τελευταία, με το βρέφος που θέλει να πάει σε κατάστημα ηλεκτρονικών για να αγοράσει έξυπνο τηλέφωνο, αναφωνώντας «τι δηλαδή, εμείς τα μωρά, δεν είμαστε άνθρωποι;».
Ακούγεται βλάσφημο; Αναντίστοιχο της τραγικότητας μιας πραγματικότητας που αποκαλύπτει καθημερινά φριχτά εγκλήματα εναντίον γυναικών από συζύγους, συντρόφους και πρώην; Και δεν είναι βλάσφημο και υποκριτικό να γενικεύουμε έννοιες και συμπεριφορές, προκειμένου να αποφύγουμε άλλες ενοχλητικές αλήθειες, θεωρώντας ότι ξεμπερδεύουμε με το θέμα εις το όνομα της ρυθμισμένης έννομης τάξης που τιμωρεί όλους τους ενόχους.
Μπορεί με τον κορωνοϊό να συνηθίσαμε στους καθημερινούς αριθμούς θανάτων και οι 13 γνωστές δολοφονίες γυναικών στην Ελλάδα τη φετινή χρονιά, μέχρι τώρα, να μην μας απασχολούν, παρά μόνον ως προς την αποκάλυψη των ανατριχιαστικών λεπτομερειών τους.
Αλλά, είναι αυτές οι λεπτομέρειες που αξίζει να φωτιστούν από διαφορετικές πλευρές, για να αποκρυπτογραφήσουμε ένα γιγάντιο θέμα, του οποίου η δολοφονία είναι η τελευταία πράξη. Είναι αυτές οι λεπτομέρειες που το διαφοροποιούν από τα άλλα εγκλήματα. Δεν πρόκειται για ξεκαθάρισμα λογαριασμών ή για ακραίες εξάρσεις σε ώρα φιλονικίας. Είναι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, η αυλαία μιας κακοποιητικής συμπεριφοράς εκ μέρους ανδρών, που αποκρύπτεται επιμελώς από το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον και συχνά από τα ίδια τα θύματα. Που φοβούνται, αυτό που αναπότρεπτα, εντέλει, συμβαίνει, που δεν έχουν που την κεφαλήν κλίναι και αποδέχονται ως μοίρα τους την κακοποίηση, που ντρέπονται να ομολογήσουν, που ενσωματώνουν ως δική τους ενοχή την επίθεση εναντίον τους, που υφίστανται δεύτερες προσβολές από ένα κοινωνικό περιβάλλον που, όταν ζητούν βοήθεια τους απαντά «κι εσύ, μη μιλάς. Άνδρας είναι..».
Δεν πρόκειται για «άτυχες στιγμές» αλλά για εγκλήματα διαρκείας.
Από την πρώτη χρονιά της πανδημίας δίνονται στοιχεία που αφορούν σε μεγάλη αύξηση των περιστατικών έμφυλης βίας, πρόδρομης των δολοφονιών, καθώς, σχεδόν κανένα έγκλημα δεν τελείται εν αιθρία. Η ιδιαιτερότητα, που επιβάλλει και τη διάκριση της γυναικοκτονίας, αφορά στους λόγους που την προκαλούν. Η γυναίκα-κτήμα, η ωραία γυναίκα-επισφράγιση ανδρικής αυτοπεποίθησης και επίδειξης, η γυναίκα-υποτελής ως καθημερινή επιβεβαίωση εξουσίας, η γυναίκα-res. Αντικείμενο, λάφυρο, πεδίο «βολής φθηνό». Και σίγουρα όχι η γυναίκα-άνθρωπος, ισότιμη, αυτόνομη, ανεξάρτητη.
Αυτό που αξίζει να προβληθεί είναι ότι, όπως τουλάχιστον μεταφράζουμε από τα στοιχεία, δεν φαίνεται η υπογραφή διεθνών συμβάσεων, οι μέχρι τώρα αλλαγές στη νομοθεσία και στις κοινωνικές αντιλήψεις για τις σχέσεις των φύλων, να έχουν διαφοροποιήσει και πολύ την πραγματικότητα της έμφυλης βίας, δηλαδή της βίας εναντίον ανθρώπων εξαιτίας του φύλου τους. Παρά τη λειτουργία γραμμών SOS, ξενώνων φιλοξενίας και υποστήριξης, τα στοιχεία είναι ελλιπή και υπάρχει αδυναμία να εκτιμηθεί το μέγεθος του προβλήματος. Αλλά, τίποτα δεν μαρτυρά μείωση των περιστατικών, αλλαγή των δεδομένων.
Τα ευρωπαϊκά δε στατιστικά , καταδεικνύουν ότι πρόκειται για κοινωνικό φαινόμενο που αφορά και σε φτωχές και σε πλούσιες χώρες. Και αυτό συνάγεται από όσα στοιχεία είναι δυνατόν να συλλεγούν για ένα παγόβουνο, που βλέπουμε την κορυφή του και είναι σχεδόν αδύνατον να μετρήσουμε το κρυμμένο του ύψος.
Γιατί, εάν για να φθάσουμε στο Metoo χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες, προκειμένου να βρουν τα θύματα το κουράγιο να αποκαλύψουν επιθέσεις και βιασμούς, στις περισσότερες φορές στους εργασιακούς χώρους, μπορούμε να αναλογιστούμε πόση δύναμη απαιτείται για να αποκαλυφθεί η βία μέσα στη σχέση ή την οικογένεια. Η αποδοχή διακριτού νομικού ορισμού, ίσως βοηθήσει στην εξειδικευμένη αντιμετώπιση του τεράστιου και εν πολλοίς ανομολόγητου κοινωνικού προβλήματος και αποκαλύψει τις πραγματικές του διαστάσεις. Γιατί ο κακοποιητικός χαρακτήρας πλάθεται στο σπίτι και στο σχολείο, ενισχύεται από περιβάλλοντα που με τη σειρά τους ολοκληρώνονται μέσα σε σχέσεις εξουσίας και μεγαλουργεί μέσα στην κοινωνική αδιαφορία, την υποκριτική στάση της «πέσαμε από τα σύννεφα» γειτονιάς και των ευυπόληπτων «προσωπικά τους θέματα, μην ανακατεύεσαι» φίλων και συγγενών.
Η γυναικοκτονία ως διακριτό έγκλημα όχι μόνον δεν απομειώνει το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια που εκπορεύεται από την ανθρώπινη υπόσταση των γυναικών, αλλά, αντιθέτως, προβάλλει την κρυμμένη καθημερινή προσβολή του αναπαλλοτρίωτου αυτού δικαιώματος που αφορά σε δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη.
ΤΟ ΜΠΑΤΣΕΛΟΡ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝ(Τ)ΟΧΕΣ ΜΑΣ
Τι δεν ανέχονται λοιπόν όλοι αυτοί που επιτίθενται σε γυναίκες; Την άρνηση και την απόρριψη και, πολύ συχνά, απλώς τη διαμαρτυρία των γυναικών για παράλογες απαιτήσεις μέσα στη σχέση ή την οικογένεια. Γιατί αυτοί οι άνδρες εκρήγνυνται με τόση ευκολία, δέρνοντας και παραμορφώνοντας πρόσωπα και σώματα; Γιατί έχουν εκπαιδευτεί, συνηθίσει, πιστέψει ότι η έλξη είναι ένα δικαίωμα δικό τους και η γυναίκα οφείλει να είναι «πάντα διαθέσιμη». Ποιος τα διδάσκει όλα αυτά; Γνωστά και πάντα παραγνωρισμένα. Σπίτι, εκπαίδευση, προβαλλόμενα πρότυπα. Κάθε εποχή τα δικά της. Σήμερα, η μαγκιά δεν καλλιεργείται με τους μπρουτάλ τρόπους του παρελθόντος. Χτίζεται ύπουλα μέσα σε ροζ σύννεφα καλλιέπειας σώματος και ουδέποτε ψυχής, με βομβαρδισμό τροποποίησης χαρακτηριστικών μέσω της κοσμητολογίας και με εκπομπές που προσβάλλουν τα θεμέλια κάθε γυναικείας κατάκτησης. Τι πιο κραυγαλέο από το Μπάτσελορ; Δεκάδες γυναίκες ενός σύγχρονου χαρεμιού που καρδιοχτυπούν, ανταγωνίζονται και αλληλοβρίζονται για ένα βλέμμα του κοινού τους πόθου. Ενός άνδρα.
Συλλέγονται υπογραφές για διακοπή της εκπομπής, ενώ, σημαντικοί άνθρωποι της Τέχνης ισχυρίζονται ότι δεν μπορεί να είναι απάντηση η λογοκρισία. Ο πολιτισμός πρέπει να βρει τους δικούς του τρόπους να μιλήσει. Αλλά, όταν για δεκαετίες, η κυρίαρχη μόδα που βαφτίζεται κοινωνική εξέλιξη είναι η αδυσώπητη εμπορία του σώματος και η κυρίαρχη έκφραση κουλτούρας η μπουζουκλερί υψηλής ραπτικής, τι μπορείς να περιμένεις ως κοινωνικό αποτύπωμα; Επανερχόμενη στο «Μπάτσελορ» που κάθισα και παρακολούθησα, πιστεύω ότι, τελικά, ο λόγος που πρέπει να διακοπεί δεν είναι η προσβολή του γυναικείου φύλου, αλλά της νοημοσύνης μας. Λέω εγώ. Γιατί, φοβάμαι, ότι μια έρευνα στις γυναίκες μικρότερης ηλικίας, θα μας έδινε άλλα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.